Υποστηριξε το militaire
Άποψη
17/02/2020 | 10:51 (ενημερώθηκε 4 έτη πριν)
Militaire News

Οι σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας δοκιμάζονται στη Συρία

Οι σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας δοκιμάζονται στη Συρία

Γράφει ο

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ  PhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας

 

Η επαρχία Ιντλίμπ βρίσκεται στα Συροτουρκικά σύνορα στη βορειοδυτική Συρία, ενώ σύμφωνα με τις αποφάσεις του σχήματος “Συνομιλιών Αστάνα-Σότσι (A-S/T)” έχει χαρακτηριστεί ως “Ζώνη Αποκλιμάκωσης (DZ)” της Συριακής σύγκρουσης.

Διακηρυγμένος στόχος του σχήματος A-S/T, είναι η πολιτική διευθέτηση της αναμέτρησης στη Συρία. Σε αυτό μετέχουν η Τουρκία, βασικός υποστηρικτής των ενόπλων ομάδων της Συριακής αντιπολίτευσης, μαζί με το Ιράν και τη Ρωσία, συμμάχους του καθεστώτος Assad. Η δημιουργία του και η λειτουργία του είναι απόρροια μιας σειράς κοινών επιδιώξεων των χωρών που μετέχουν σε αυτό, γύρω από την εξέλιξη και το αποτέλεσμα της Συριακής κρίσης. Καταρχάς ο συμβιβασμός των αντιτιθέμενων συμφερόντων του Ρωσικού, του Ιρανικού και του Τουρκικού καπιταλισμού. Συνακόλουθα η αποδυνάμωση του ρόλου της “Δύσης” [Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ), Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ), Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), Γαλλία, Γερμανία, κ.α] στις διπλωματικές διαδικασίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τουρκική κυβέρνηση αντιμετωπίζει με καχυποψία τις κινήσεις των “Δυτικών” συμμάχων της στη Συρία, δεδομένης της συνεργασίας τους και της συμπάθειας που εκφράζουν προς το Κουρδικό “Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) και τις ”Μονάδες Λαϊκής Προστασίας (YPG), ενώ για τη Ρωσία και το Ιράν η παρουσία της “Δύσης” στη Συρία κατανοείται ως αποσταθεροποιητικός και εχθρικός για τους σχεδιασμούς τους παράγοντας. Τέλος ο τερματισμός των εχθροπραξιών, γεγονός που αν επιτευχθεί σε συνδυασμό με τις δύο προηγούμενες επιδιώξεις των μελών του σχήματος, θα τα επιτρέψει να κατοχυρώσουν σημαντικά οφέλη στη χώρα. Μέχρι στιγμής κύρια επιτεύγματα του A-S/T είναι δύο. Πρώτον η συγκρότηση Συριακής “Συνταγματικής Επιτροπής (CC)”, στην οποία μετέχουν ισάριθμα προσδιορισμένα μέλη από την κυβέρνηση, την αντιπολίτευση και τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ)”, με σκοπό την εκπόνηση νέου Συντάγματος. Δεύτερον η διατήρηση των συγκρούσεων στην επαρχία Ιντλίμπ σε περιορισμένη κλίμακα.

Όσον αφορά την Ιντλίμπ τα μέλη του A-S/T έχουν αναλάβει εδώ και χρόνια συγκεκριμένες υποχρεώσεις, σχετικά με τη λειτουργία της DZ. Μάλιστα αυτές πολλαπλασιάστηκαν το Σεπτέμβρη του 2018, προκειμένου να υλοποιηθεί μια “Ζώνη Αποστρατιωτικοποίησης (DMZ)” μέσα στα όρια της DZ, στη δημιουργία της οποίας συμφώνησαν ο Τούρκος Πρόεδρος R. Erdogan και ο Ρώσος ομόλογος του V. Putin. Συγκεκριμένα η Άγκυρα δεσμεύτηκε για τη διακοπή των επιθετικών ενεργειών, προς το Συριακό Αραβικό Στρατό (SAA) και την “Αραβική Δημοκρατία της Συρίας”, από τις ένοπλες ομάδες της αντιπολίτευσης. Μάλιστα ανέλαβε να απομακρύνει τις ριζοσπαστικές Ισλαμικές οργανώσεις αλλά και τα βαρέα όπλα των υπόλοιπων ομάδων σε μια ακτίνα 15-25 km από τις περιοχές που ελέγχει το καθεστώς Assad. Παράλληλα τέθηκε στην ευθύνη της ο διαχωρισμός αλλά και η καταστολή των τζιχαντιστικών οργανώσεων, όπως το “Ισλαμικό Κράτος (IS)” και η “Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σαμ (HTS)”, η οποία συνδέεται με την “Αλ-Κάιντα (A-Q)”, από τις υπόλοιπες «μετριοπαθείς» οργανώσεις. Επιπλέον στην Τουρκική κυβέρνηση ανατέθηκε η εκκαθάριση και η προστασία των τμημάτων των αυτοκινητοδρόμων Μ4 και Μ5 που διασχίζουν την Ιντλίμπ από τις ένοπλες οργανώσεις, ώστε να καταστεί εφικτή η επανασύνδεση της Λαττάκειας (στη Μεσόγειο Θάλασσα) και της Δαμασκού (πρωτεύουσα της Συρίας) αντίστοιχα, με το Χαλέπι (το μεγαλύτερο οικονομικό και πληθυσμιακό αστικό κέντρο της Συρίας). Όλες αυτές οι περιοχές ελέγχονται από το καθεστώς Assad, ωστόσο οι κεντρικοί αυτοκινητόδρομοι M4 και M5 που τις συνδέουν διασχίζουν τη DZ της Ιντλίμπ, η οποία ελέγχεται από οργανώσεις της αντιπολίτευσης. Από την άλλη μεριά η Μόσχα και η Τεχεράνη πήραν την ευθύνη να περιορίσουν τη δράση του SAA και των διάφορων ντόπιων και ξένων παραστρατιωτικών ομάδων που συνδέονται με την κυβέρνηση της Συρίας έξω από τα όρια της DZ της Ιντλίμπ. Συνακόλουθα οι τρείς χώρες του σχήματος A-S/T ανέπτυξαν μία σειρά από στρατιωτικά παρατηρητήρια μέσα και γύρω από την περιοχή της DZ, με αιτιολογία να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Η Τουρκία ανέπτυξε 12 στρατιωτικά παρατηρητήρια στο εσωτερικό της περιμέτρου της DZ, ενώ η Ρωσία και το Ιράν 10 και 7 αντίστοιχα, γύρω από την περίμετρο αυτής. Ταυτόχρονα Μόσχα και Άγκυρα μέσω κοινών περιπολιών κατά μήκος των ορίων της DMZ θα επέβλεπαν την τήρηση των συμφωνηθέντων. Όλα αυτά βεβαίως προσωρινά μέχρις ότου οι εργασίες της CC και η διπλωματική διαδικασία να καταλήξουν σε ένα νέο Συριακό σύνταγμα και μια συνολική διευθέτηση της Συριακής κρίσης.

Ωστόσο τα εδάφη που βρισκόταν υπό τον έλεγχο της HTS στην Ιντλίμπ επεκτάθηκαν, αντί να μειωθούν, από την επομένη κιόλας της συμφωνίας για τη DMZ, ενώ σε γενικές γραμμές κανένας από τους όρους της δεν υλοποιήθηκε. Επακόλουθα οι εχθροπραξίες επαναλήφθηκαν στην περιοχή το Μάϊο και τον Αύγουστο του 2019, έως ότου οι κυβερνητικές δυνάμεις κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν την πόλη Κχαν Σεϊχούν. Στη συνέχεια όμως και πάλι ανακοινώθηκε εκεχειρία με τους ίδιους όρους. Τους μήνες που ακολούθησαν, παρότι η Τουρκία συνέχισε να μην «ανταποκρίνεται» στα συμφωνηθέντα και ο SAA επανέλαβε μετά τις 24 Νοεμβρίου τις επιχειρήσεις του εντός της DZ, η Ρωσοτουρκική συνεργασία στη Συρία δεν έδειχνε να διαταράσσεται και οι στρατιωτικές εμπλοκές ανάμεσα στον SAA και τις αντιπολιτευτικές οργανώσεις παρέμειναν σε περιορισμένη κλίμακα. Αντίθετα η Ρωσοτουρκική συνεργασία επεκτάθηκε με το “Μνημόνιο Κατανόησης” του Φθινοπώρου και στα ανατολικά του Ευφράτη ποταμού, ενώ έγινε προσπάθεια να μεταφερθεί και στη Λιβυή, μέσω των συνομιλιών της Μόσχας στις αρχές του Ιανουαρίου, οι οποίες οδήγησαν στη “Διάσκεψη του Βερολίνου”. Μάλιστα η τελευταία εκεχειρία που συμφωνήθηκε στη DZ της Ιντλίμπ στις 9 Ιανουαρίου διευκόλυνε τη μεταφορά, ελεγχόμενων από την Τουρκία, Ισλαμιστών μαχητών από την περιοχή στη Λιβυή. Την ίδια περίοδο η παράδοση του Ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400 στην Τουρκία συνεχιζόταν κανονικά, ενώ η αναβάθμιση της ενεργειακής Ρωσοτουρκικής συνεργασίας επισφραγιζόταν με την πανηγυρική εγκαινίαση του Ρωσοτουρκικού αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream. Αντίστοιχα φαινόταν να αποκτά σημαντική δυναμική και η διαδικασία εξομάλυνσης των Συροτουρκικών σχέσεων, καθώς στις 13 Ιανουαρίου συναντήθηκαν οι επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών των δύο χωρών στη Μόσχα.

Η κατάσταση όμως άρχισε να αντιστρέφεται, όταν στα μέσα Γενάρη εξτρεμιστικές οργανώσεις, της αντιπολίτευσης παραβίασαν την εκεχειρία επιτιθέμενες εκ νέου στο SAA. Ο τελευταίος απάντησε προωθώντας τις δυνάμεις του στην Ιντλίμπ. Έκτοτε μέσα από μια αλληλουχία περιστατικών οι συγκρούσεις επεκτείνονται και κλιμακώνονται σταθερά, ενώ η Ρωσοτουρκική συνεργασία στη χώρα δείχνει να παρουσιάζει ρωγμές. Ως σημεία σταθμοί στην πρόσφατη εξέλιξη της κατάστασης στην Ιντλίμπ ξεχωρίζουν:
Στις 24 Ιανουαρίου η έναρξη της νέας προώθησης του SAA στην Ιντλίμπ.
Στις 28 Ιανουαρίου η ανακατάληψη από τον SAA της πόλης Αλ-Νουμάν.
Στις 30 Ιανουαρίου, ενώ ο SAA έχει φτάσει στα περίχωρα της Σαρακίμπ, η συνάντηση του διοικητή του ΝΑΤΟ Τ. Walters στην Άγκυρα με τον Τούρκο υπουργό Άμυνας.
Στη 1 Φεβρουαρίου η αποστολή Τουρκικών ενισχύσεων στη Σαρακίμπ, η δολοφονία 4 ανδρών της ρωσικής FSB από Τουρκομάνους ενόπλους στην περιοχή του Χαλεπίου, αλλά και η αναγγελία της επικείμενης επίσκεψης Erdogan στην Ουκρανία.
Στις 3 Φεβρουαρίου η δολοφονία 7 Τούρκων στρατιωτικών από το SAA στην επαρχία Ιντλίμπ και η ακόλουθη απάντηση των “Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (TAF)”, οι οποίες ισχυρίζονται, δίχως να επιβεβαιώνεται, ότι σκότωσαν 13 Σύριους στρατιώτες.
Την ίδια μέρα η επίσκεψη Erdogan στην Ουκρανία, την οποία συνόδευσαν οι δηλώσεις του για τη μη αναγνώριση, της παράνομης, όπως την χαρακτήρισε, προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία, αλλά και οι εξαγγελίες για την παροχή βοήθειας εκατομμυρίων $ προς των Ουκρανικό στρατό, ο οποίος μάχεται με τους υποστηριζόμενους από τη Ρωσία αυτονομιστές της ανατολικής Ουκρανίας.
Στις 6 Φεβρουαρίου η κατάληψη της στρατηγικής πόλης Σαρακίμπ από τον SAA.
Την ίδια μέρα ο βομβαρδισμός Ιρανικών στόχων κοντά στη Δαμασκό από την αεροπορία του Ισραήλ, τον οποίο η κυβέρνηση της Συρίας συσχέτισε με την προώθηση του SAA στην Ιντλίμπ και ο οποίος αντιμετωπίστηκε με οργή από τη Μόσχα.
Στις 10 Φεβρουαρίου η επίθεση του SAA σε ένα πρόσφατα δημιουργημένο Τουρκικό παρατηρητήριο στην Ταφτανάζ, η οποία στοίχησε τη ζωή σε 5 Τούρκους στρατιώτες, αλλά και η επακόλουθη απάντηση των TAF, οι οποίες ισχυρίζονται, δίχως να επιβεβαιώνεται, ότι εξουδετέρωσαν 101 στρατιώτες του SAA.
Στις 11 Φεβρουαρίου η πλήρη κατάληψη από τον SAA του αυτοκινητοδρόμου M5.
Στις 12 Φεβρουαρίου η δήλωση του επιτετραμμένου των ΗΠΑ για τη Συρία, ότι Άγκυρα και Ουάσιγκτον μοιράζονται κοινούς γεωστρατηγικούς στόχους σε Συρία και Λιβυή και ότι οι ΗΠΑ υποστηρίζουν πλήρως την Τουρκία στην υπόθεση της Ιντλίμπ.
Την ίδια μέρα τα πυρά που αντάλλαξαν στρατιώτες των ΗΠΑ με αγνώστους κοντά Καμισλί, ανατολικά του Ευφράτη, καθώς παρακολουθούσαν άντρες του SAA.

Για την ώρα τα διαθέσιμα στοιχεία, σχετικά με τα αίτια της απότομης κλιμάκωσης των συγκρούσεων στην Ιντλίμπ και της αντίστοιχης περιπλοκής στις Ρωσοτουρκικές σχέσεις, δεν επιτρέπουν ασφαλή συμπεράσματα. Οι εξελίξεις μπορεί να οφείλονται σε παράγοντες, οι οποίοι δεν είναι δυνατό να υπολογιστούν στην παρούσα χρονική συγκυρία. Ορισμένες εικασίες όμως μπορούν να επιχειρηθούν.

Αρχικά, οι πρόσφατες εξελίξεις θα μπορούσαν να οφείλονται στην, για την ώρα, αδυναμία της Μόσχας και της Άγκυρας να συμβιβάσουν τις επιδιώξεις τους γύρω από την Ιντλίμπ συγκεκριμένα. Για τη Ρωσία ο περιορισμός της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στη Συρία, η είσοδος του SAA και των δικών της στρατιωτικών σωμάτων στην περιοχή ανατολικά του Ευφράτη, αλλά και η ένταση των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης της Συρίας με το PYD για τη διευθέτηση της κατάστασης εκεί, μειώνουν ως ένα βαθμό τη σημασία της Τουρκίας ως εταίρου για την επίτευξη των στόχων της πολιτικής της στη συγκεκριμένη χώρα. Ως εκ τούτου το Κρεμλίνο πιθανά να αντιλαμβάνεται την προώθηση του SAA στην Ιντλίμπ ως εργαλείο για να εξαναγκάσει την Τουρκία σε γενικότερες υποχωρήσεις στις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις για το τελικό status της Συρίας, καθιστώντας σαφές ότι δεν πρόκειται να συμβιβαστεί με τις φιλοδοξίες της Άγκυρας για τη δημιουργία μιας πολύ μεγάλης ζώνης Τουρκικής επιρροής στη βόρεια Συρία, η οποία, όπως αποδεικνύεται και από τις δηλώσεις Αμερικανών και Γερμανών αξιωματούχων, τυγχάνει ευρείας Ευρωατλαντικής υποστήριξης. Από την άλλη μεριά η τύχη της Ιντλίμπ θεωρείται κρίσιμο ζήτημα για την Τουρκική κυβέρνηση, καθώς συνδέεται άμεσα με τη γενικότερη κατάληξη των σχεδιασμών της για τη Συρία, αλλά και για την ικανότητα διαχείρισης από μέρους της του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος. Αν η Τουρκία πετύχει τους στόχους της σε αυτή την περιοχή θα απαλλαγεί από τον κίνδυνο της υποδοχής εκατοντάδων χιλιάδων νέων προσφύγων, ενώ θα βρει χώρο για να «ξεφορτωθεί» πολλές χιλιάδες πρόσφυγες που βρίσκονται στην επικράτεια της. Πρόσθετα θα διατηρήσει ισχυρότατη θέση στο διαπραγματευτικό τραπέζι με τη Ρωσία και το Ιράν, διεκδικώντας εκτεταμένη επιρροή στη Συρία την επομένη του πολέμου. Κυριότερα, όμως θα θωρακίσει την στρατιωτική της παρουσία στο Αφρίν, την Αλ-Μπάμπ και στα ανατολικά του Ευφράτη, η οποία σε μεγάλο βαθμό την προστατεύει από το ενδεχόμενο δημιουργίας Κουρδικού κράτους στο εγγύς μέλλον. Στη βάση όλων των παραπάνω και με δεδομένη την κρίσιμη σημασία που έχει ο έλεγχος των αυτοκινητοδρόμων Μ4 και Μ5 για τη διαμόρφωση της ισορροπίας ισχύος στην Ιντλίμπ, δεν προξενούν εντύπωση η επιμονή απαίτηση της Άγκυρας ο SAA να επιστρέψει στα όρια που έθετε η συμφωνία του 2018 για την DMZ, αλλά και η πλήρης υποστήριξη της Ρωσίας στην ανακατάληψη του αυτοκινητοδρόμου M5 από τον τελευταίο.

Την ίδια στιγμή οι εξελίξεις στην Ιντλίμπ και στις Ρωσοτουρκικές σχέσεις θα μπορούσαν να οφείλονται και σε μια ενδεχόμενη διαφωνία μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας για άλλα ζητήματα, όπως αυτό της Λιβυής. Σε μια τέτοια περίπτωση η Ρωσία ίσως επιχειρούσε να πειθαρχήσει την Τουρκία, ασκώντας της πιέσεις στην Ιντλίμπ. Πρόσθετα θα μπορούσαν να σχετίζονται με κάποιον νέο βαθμό συμφωνίας, στον οποίο ενδεχόμενα να έφτασαν η Τουρκία και οι “Δυτικοί” σύμμαχοι της. Στο ενδεχόμενο ύπαρξης του τελευταίου, η Ρωσία πιθανά να επιχειρούσε να τιμωρήσει την Τουρκία, θέτοντας της ταυτόχρονα και τα όρια που θα μπορούσε να έχει η επαναπροσέγγιση της με τη “Δύση”. Επίσης θα μπορούσαν να αφορούν και μια ενδεχόμενη αδυναμία, τόσο της Τουρκίας να επιβληθεί επί των αντιπολιτευτικών οργανώσεων, όσο και της Ρωσίας να επιβληθεί επί της κυβέρνησης της Συρίας, γεγονός που θα επέτρεπε την κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ SAA και ανταρτών, παρασύροντας στην επιδείνωση τις Ρωσοτουρκικές σχέσεις.

Σε κάθε περίπτωση πάντως οι εξελίξεις δείχνουν να επηρεάζουν προς το θετικό τις σχέσεις της Τουρκίας με τη “Δύση”, καθώς πέρα από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ που έσπευσαν να υποστηρίξουν τις Τουρκικές απαιτήσεις για την Ιντλίμπ, και η Γερμανία παρουσιάζεται ιδιαίτερα αλληλέγγυα προς τις Τουρκικές θέσεις. Επιπλέον παράγοντες, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, με τις τοποθετήσεις τους υπέρ της άμεσης διακοπής των επιχειρήσεων του SAA στην Ιντλίμπ, δημιουργούν «χώρο» για συνεννοήσεις με την Άγκυρα, ενώ αντίστοιχα αποτελέσματα προκαλούν και οι βομβαρδισμοί του Ισραήλ στη Συριακή επικράτεια σε αυτή τη χρονική συγκυρία.

Σε αυτά τα πλαίσια η τροπή που θα μπορούσαν να λάβουν τα γεγονότα γίνεται ιδιαίτερα αμφίβολη. Η Τουρκία δεν πρόκειται να ρισκάρει ανενδοίαστα την επίτευξη των στόχων της στη Συρία, επιτρέποντας στο καθεστώς Assad να ανακαταλάβει πλήρως την επαρχία της Ιντλίμπ. Άλλωστε το ζήτημα της έκβασης του πολέμου στη Συρία θεωρείται κομβικής σημασίας για την Τουρκική κυβέρνηση, καθώς κρίνει, ότι σε μεγάλο βαθμό απ’ αυτό εξαρτάται, αν ο Τουρκικός καπιταλισμός θα αναδυθεί ως “νέο-Οθωμανός” περιφερειακός ηγεμόνας και ως εκφραστής μίας νέας διακρατικής συνεργασίας με πυρήνα το “Πολιτικό Ισλάμ” και δυνατότητες προβολής παγκόσμιας ισχύος, ή αν θα του επιβληθεί η συμμετοχή σε αποδυναμωτικές ή και ακόμη και διαλυτικές γι’ αυτόν διαδικασίες. Η συγκεκριμένη αντίληψη της Τουρκικής κυβέρνησης απορρέει από τη σημαία που έχει η επίτευξη των στόχων της στη Συρία για την ανάσχεση και την αντιστροφή, τουλάχιστον για το εγγύς μέλλον, των διαδικασιών «γέννησης» ανεξάρτητου Κουρδικού κράτους, για την κατοχύρωση εκτεταμένης επιρροής σε ολόκληρη τη Μεσοποταμία, αλλά και για την αποδοχή των δύο προηγούμενων Τουρκικών επιδιώξεων από τις Παγκόσμιες, αλλά και τις περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής, γεγονός που πλέον θα επέτρεπε στην Τουρκία να διεκδικήσει την ηγεσία του Ισλαμικού κόσμου από πολύ ισχυρότερες θέσεις.

Στη βάση όλων των παραπάνω και καθώς αισθάνεται ότι έχει τη Δυτική υποστήριξη, η Άγκυρα πιθανά να επιχειρήσει να διακόψει την προέλαση του SAA. Σε αυτήν την περίπτωση και εφόσον η Ρωσία υποστηρίξει ή δεν αποτρέψει τις ενέργειες της κυβέρνησης της Συρίας, ένας γενικευμένος πόλεμος Συρίας-Τουρκίας είναι η πιθανότερη εξέλιξη. Σε αυτό το ενδεχόμενο η Ρωσία θα έχει δύο επιλογές, είτε να μην επέμβει και να θέσει σε κίνδυνο ότι κατέκτησε από την πενταετή συμμετοχή της στον πόλεμο της Συρίας, είτε να υποστηρίξει τον SAA και να έρθει σε μετωπική σύγκρουση με την Τουρκία και τη “Δύση”. Η δεύτερη περίπτωση θα οδηγήσει είτε σε γενικευμένο περιφερειακό πόλεμο, είτε σε έναν συμβιβασμό Δύσης-Ρωσίας. Ο τελευταίος λογικά θα «ξαναβάλει» από θέση ισχύος στο «παιχνίδι» της Συρίας τη Δύση, ενώ επειδή θα προκύψει εν μέσω γενικότερης όξυνσης του ανταγωνισμού ανάμεσα στις παγκόσμιες δυνάμεις και συγκεκριμένα ανάμεσα στη “Δύση” και τη Ρωσία, θα λαμβάνει υπόψιν σε σημαντικό βαθμό και τα συμφέροντα του Τουρκικού καπιταλισμού, καθώς η Τουρκία θα διατηρεί τη σημασία της ως σύμμαχος ή εταίρος για όλες τις παγκόσμιες δυνάμεις.

Για όλους αυτούς τους λόγους το πιθανότερο σενάριο είναι το Κρεμλίνο να μην επιτρέψει η κατάσταση στην Ιντλίμπ να φτάσει στα άκρα. Πρόσθετα η συνεργασία της Άγκυρας του είναι απαραίτητη, προκειμένου να επανέλθει η «ειρήνη» σύντομα στη Συρία, επιτρέποντας του να απολαύσει τους «καρπούς» της νίκης του. Επιπλέον η συνεννόηση με την Τουρκία του είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε μία περίοδο όπου κλιμακώνονται οι ανταγωνισμοί του με τη “Δύση”, καθώς μπορεί να τη χρησιμοποιεί για να διασαλεύει τη συνοχή της Ευρωατλαντικής συμμαχίας. Τέλος η ίδια η Ιντλίμπ δεν είναι και τόσο ζωτικής σημασίας για τη Μόσχα εν αντιθέσει με την Άγκυρα. Από την άλλη μεριά ούτε η Τουρκία επιθυμεί ένα πόλεμο στην παρούσα συγκυρία, ενώ θα προτιμούσε ο συμβιβασμός με τη Ρωσία να αφορά αποκλειστικά την ίδια και όχι συνολικά τη “Δύση”. Συνακόλουθα ένας νέος συμβιβασμός Άγκυρας-Μόσχας είναι το πιθανότερο σενάριο και μάλλον αυτός είναι ο λόγος που οι διαβουλεύσεις ανάμεσα στα δύο μέρη συνεχίζονται, ενώ κορυφαίοι τους αξιωματούχοι συνεχίζουν να επαναφέρουν την ανάγκη της διατήρησης του σχήματος A-S/T.

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης