Υποστηριξε το militaire
Στιγμές Ιστορίας
15/12/2020 | 06:05 (ενημερώθηκε 3 έτη πριν)
Militaire News

Το “φευγιό” της ελληνικής διανόησης, για να γλιτώσει από την “λευκή τρομοκρατία” το 1945

Το

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Ξημερώματα 22 Δεκεμβρίου 1945. 

Μέσα στην σκοτεινιά, την ομίχλη και την υγρασία, ένα πλοίο θρύλος βιράρει την άγκυρα του και σαλπάρει από τον Πειραιά, για το ταξίδι της μεγάλης φυγής…

Ανάμεσα στους επιβάτες του και περίπου 150 Ελληνόπουλα από τα καλύτερα μυαλά και πιο ταλαντούχα της γενιάς τους.

Όλα ξεριζωνόντουσαν από την πατρίδα, για να γλυτώσουν από τις φλόγες του εμφύλιου και μετανάστευαν στο άγνωστο αναζητώντας μια καλύτερη τύχη.

Ήταν μια τραγική στιγμή της ιστορίας εκείνης της ταραγμένης εποχής.

Ουσιαστικά αναχωρούσε από την Ελλάδα, η κιβωτός της σύγχρονης ελληνικής διανόησης! 

Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο αρχιτέκτονας Πάνος Τζελέπης. Συνταξιδιώτες, οι φιλόσοφοι Κορνήλιος Καστοριάδης, Κώστας Παπαϊωάννου, Κώστας Αξελός και Μιμίκα Κρανάκη, ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος, οι αρχιτέκτονες Αριστομένης Προβελέγγιος, Γιώργος Κανδύλης, Τάκης Ζενέτος, Εμμανουήλ Κινδύνης, Αθανάσιος Γάττος, Κωνσταντίνος Μανουηλίδης, Νικόλας Χατζημιχάλης και Πάνος Τσολάκης, ο κινηματογραφιστής Μάνος Ζαχαρίας, οι γλύπτες Μέμος Μακρής, Κώστας Κουλεντιανός και Νέλλη Ανδρικοπούλου, ο ζωγράφος Ντίκος Βυζάντιος, ο μαέστρος Δημήτρης Χωραφάς, οι ποιητές Μάτση Χατζηλαζάρου και Ανδρέας Καμπάς, η συγγραφέας Ελλη Αλεξίου, οι φιλόλογοι Εμμανουήλ Κριαράς και Σταμάτιος Καρατζάς, οι γιατροί Ανδρέας Γληνός και Ευάγγελος Μπρίκας, και πολλοί άλλοι.

Δείτε πως ο Κωνσταντίνος Τασσάς έχει περιγράψει στο Militaire.gr , το “μεγάλο φευγιό”, όπως το έζησε ο πατέρας του Γιώργος, ήρωας του ΑΔΡΙΑ, ο οποίος βοήθησε στη φυγάδευση των “καλύτερων μυαλών” εκείνης της εποχής στο Παρίσι.

Η διαφυγή του “ανθού της νεολαίας” στη Γαλλία το Δεκέμβριο του 1945 from Militaire.gr on Vimeo.

 

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΜΑΤΙΑ

Το πλοίο ήταν το νεοζηλανδέζικο «Ματαρόα» (που σημαίνει «η γυναίκα με τα μεγάλα μάτια» στα πολυνησιακά).

Καθελκύστηκε στις 2 Μαρτίου 1922 στα ναυπηγεία Harland and Wolff στο Μπέλφαστ υπό την ονομασία Diogenes για λογαριασμό της Aberdeen Line. Μπορούσε, τότε, να χωρέσει 130 επιβάτες Α΄ θέσης και 422 Γ΄ θέσης. Μεταπωλήθηκε τον Ιούνιο του 1926 στην Shaw, Savill & Albion Line και έλαβε την ονομασία Mataroa, τον ίδιο καιρό με το αδελφό πλοίο του, το Sophocles που μετονομάστηκε σε Tamaroa. 

Τα καύσιμά του άλλαξαν τότε, περνώντας από το κάρβουνο στο πετρέλαιο, κάτι που του επέτρεπε να φτάνει ταχύτητα 15 κόμβων.

Είχε ήδη μεταφέρει χιλιάδες Αμερικανούς πεζοναύτες στη Βόρειο Ιρλανδία ετοιμάζοντας την απόβαση στη Νορμανδία.

Τον Αύγουστο του 1945 το Mataroa ναυλώθηκε για να πραγματοποιήσει το δρομολόγιο από Μασσαλία ως την Χάιφα για την μεταφορά 173 Εβραίων παιδικής ηλικίας για λογαριασμό της γαλλικής ανθρωπιστικής οργάνωσης Œuvre d secours aux enfans (OSE), τα οποία είχαν γλιτώσει από το Στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ, που είχαν μέλη των οικογενειών τους στην Παλαιστίνη. 

Μετέφερε αργότερα 1.200 φυγάδες από το Στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν-Μπέλζεν.

ΟΙ ΕΜΠΝΕΥΣΤΕΣ

 Αυτή τη φορά το ταξίδι ήταν από τον Πειραιά προς τον Τάραντα της Ιταλίας και από ‘κει με τρένο, μέσω Ελβετίας, προς το Παρίσι.

Ψυχή και κινητήριος μοχλός αυτής της παράτολμης πρωτοβουλίας ήταν ο διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου στην Αθήνα και ένθερμος φιλέλληνας, Οκτάβ Μερλιέ. 

Υπήρξε ο άνθρωπος που «το επινόησε και το διεκπεραίωσε με σθένος και ευρηματικότητα τη σκοτεινή εκείνη εποχή» έχοντας στο πλευρό του τον γενικό γραμματέα του Ινστιτούτου, Ροζέ Μιλλιέξ.

 Ήταν παντρεμένοι και οι δύο με Ελληνίδες (τη Μέλπω Λογοθέτη-Μερλιέ και την Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ αντίστοιχα), αντιστασιακοί, προοδευτικών και φιλοαριστερών πεποιθήσεων. 

Ο Μερλιέ, διαβλέποντας τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα (είχαν ήδη μεσολαβήσει τα Δεκεμβριανά), αποφάσισε να δώσει την ευκαιρία σε αριστερούς, αντιστασιακούς και προοδευτικούς Έλληνες να σπουδάσουν στο εξωτερικό και να σωθούν. 

Ο ίδιος στη μόνη μεγάλη συνέντευξη που έδωσε πολλά χρόνια μετά για το «Ματαρόα» έλεγε ότι βασικό κριτήριο επιλογής ήταν η οικονομική κατάσταση των υποψηφίων. «Ήταν φτωχά παιδιά… Δεν θα τους ξεχάσω ποτέ. 

Οτιδήποτε κι αν επιτύχει κανείς για τέτοιους ανθρώπους θα είναι λίγο».

Στο «Ματαρόα», όμως, δεν ανέβηκαν μόνο αριστεροί αλλά και γόνοι αστικών οικογενειών.

 «Κυρίως ήθελα νέους επιστήμονες που θα πήγαιναν στο Παρίσι, τη Λυών, το Μονπελιέ, το Νανσύ, το Στρασβούργο, θα παρακολουθούσαν τη γιγαντιαία δουλειά της ανοικοδόμησης και γυρνώντας κατόπιν στην Ελλάδα θα προσφέρανε τη δημιουργική τους εμπειρία», συμπλήρωνε ο Μερλιέ.

ΖΩΝΤΑΝΕΥΟΥΝ ΟΙ ΜΝΗΜΕΣ

«Πηγαίναμε στο άγνωστο» αφηγήθηκε χρόνια αργότερα  Νέλλη Ανδρικοπούλου. «Ήταν μια κατάσταση αδιέξοδη.

Τότε ειμαστε νέοι άνθρωποι και δεν θέλαμε η ζωή μας να πάει πεταμένη.

«Ήμασταν μια κουρελού από ανθρώπους που έπρεπε να τα βγάλουμε πέρα και ήταν θαύμα που δεν φαγωθήκαμε μεταξύ μας- δεδομένου του ότι ήμασταν διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων. Μας ένωνε η ίδια ανάγκη να φτάσουμε κάπου» θυμάται.

 «Έχοντας λοιπόν ανάγκη να φύγουμε και να μην ξαναγυρίσουμε, καθένας πήρε μαζί του ότι μπορείτε να φανταστείτε. 

Οι γλύπτες πήραν σφυριά, οι μουσικοί νότες, οι συγγραφείς βιβλία και εγώ κουβαλούσα ένα σίδερο σιδερώματος που μου έδωσε η μάνα μου.

Στο πλοίο έκανα παρέα με τον Κορνήλιο Καστοριάδη,τον γλύπτη Κώστα Κουλεντιανό, την Ελένη Σταθοπούλου και άλλους. 

Ο Καστοριάδης ήταν ένας πολύ ευχάριστος και ανοιχτόκαρδος άνθρωπος. Σκληρός μπορούσε να γίνει μόνον αν είχε πνευματικές διαφορές.

Ήταν ιδανικός στην παρέα.

 Πάντα με χιούμορ, κέφι και χωρίς κανένα κόμπλεξ».

Η οδύσσεια διήρκεσε μια ολόκληρη εβδομάδα. Οι επιβάτες έφτασαν στην πόλη Τάραντα της Ιταλίας και από εκεί ταξίδεψαν για τη Ρώμη με ένα τρένο που ήταν για ζώα, πεσμένοι ο ένας πάνω στον άλλον. «Σκεφτείτε μέσα σε αυτό το τρένο να έχουν τιγκάρει τα βαγόνια και να έχουν φράξει τα παράθυρα από πράγματα».

 Στη συνέχεια πήραν άλλο τρένο για τα ελβετικά σύνορα. 

«Μολονότι δεν είχαμε μπει στον Τάραντα, επειδή υπήρχε φήμη για πανούκλα, οι Ελβετοί μας εμβολίασαν και μας τρέλαναν στο… απολυμαντικό.

 Μετά επιβιβαστήκαμε σε άλλο τρένο για τη Γαλλία.

Φτάσαμε στο Παρίσι στις 28 Δεκεμβρίου μαύρα μεσάνυχτα.

Το Παρίσι μάς φάνηκε θλιβερό και κακοφωτισμένο, καμία σχέση με την Πόλη του Φωτός».

Ο ζωγράφος Ντίκος Βυζάντιος θυμάται.

«Εγώ έζησα δέκα χρόνια χωρίς διαβατήριο, άπατρις. Δουλεύαμε, ωστόσο. 

Έπρεπε να συμβιβαστούμε και να βάλουμε κατά μέρος τις όποιες νοσταλγίες. Έπρεπε να δουλέψουμε. Ας μην ήμαστε όμως αφελείς: έρχεται κάποια στιγμή όπου η χώρα που σε έχει θρέψει και που σε έχει δεχτεί γι’ αυτό που είσαι –ζωγράφος, συγγραφέας, φιλόσοφος, αρχιτέκτονας ή οτιδήποτε άλλο– γίνεται η δεύτερη πατρίδα σου.

ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

Το πλοίο Ματαρόα έδωσε τη δυνατότητα σε ανθρώπους που δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν σε εκείνες τις συνθηκες να ταξιδέψουν, να διευρύνουν τους ορίζοντές τους, να φτιάξουν ένα περιβάλλον γύρω τους που τους επέτρεπε να εκφραστούν. 

Δίχως φόβο για λογοκρισία, κριτική άνευ περιεχομένου, διώξεις για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις και όσα άλλα εγκλήματα συνέβησαν από τις κυβερνήσεις της μετεμφυλιακής περιόδου.

Το Ματαρόα δεν περιγράφει παρά μια έξοδο από μια δυσάρεστη κατάσταση. 

Η έξοδος όμως από την πραγματικότητα είναι αναγκαία για έναν καλλιτέχνη για να δημιουργήσει και εν τέλει ύστερα να μπορέσει να δώσει πίσω στο κοινωνικό σύνολο όσα του δόθηκαν και όσα δημιούργησε.

Σήμερα όμως, η οποιαδήποτε “οργανωμένη” έξοδος από την πραγματικότητα και τον τόπο του πολέμου δε συμβαίνει με το Ματαρόα, διότι Ματαρόα δεν υπάρχει.

 Αντί αυτού, η έξοδος δεν είναι παρά ανοργάνωτη φυγή από τόπους και χώρες που, όπως και η Ελλάδα τη δεκαετία του ‘40, μαστίζονται από τον πόλεμο και το θάνατο. 

Το ξακουστό πλοίο που πρέπει να γραφτεί η ιστορία του δεν υπάρχει, γιατί τώρα η φυγή γίνεται με μικρές βαρκούλες των οποίων η ιστορία δε θα γραφτεί ποτέ, ενώ οι περισσότερες από τις βαρκούλες αυτές δε θα φτάσουν ποτέ στον προορισμό τους. 

Σήμερα, δεν υπάρχουν ούτε υποτροφίες, ούτε ο Μερλιέ, όπως δεν υπάρχει ούτε ένας ασφαλής προορισμός (η Γαλλία) για να δημιουργήσουν αυτοί των οποίων οι ζωές ξεριζώνονται από τους τόπους τους. 

Ο  Μερλιέ έχει αντικατασταθεί από επαγγελματίες διακινητές ανθρώπινων ψυχών και ο τελικός προορισμός πολλές φορές δεν είναι φιλόξενος, αλλά ξενοφοβικός και εμποτισμένος με ρατσισμό και φόβο για τον ξένο…

Πηγές

Το Βήμα

ΕΛ.Ι.Ν.ΙΣ

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης