Υποστηριξε το militaire
Στιγμές Ιστορίας
31/08/2022 | 06:00 (ενημερώθηκε 2 έτη πριν)
Militaire News

«Επιχείρηση Πυρσός» και το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου

«Επιχείρηση Πυρσός» και το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Στην εκπνοή του Αυγούστου του 1949, τελείωσε ο αδελφοκτόνος Εμφύλιος πόλεμος, που αιματοκύλισε, πλήγωσε βαθύτατα και δίχασε την Ελλάδα.

 Στις 30 του μήνα με την κατάληψη και του Κάμενικ, της τελευταίας κορυφής του όρους Γράμμος που βρισκόταν μέχρι πρόσφατα στα χέρια των ανταρτών, η πολεμική επιχείρηση «Πυρσός 3» έληξε επίσημα.

 Η τελευταία μεγάλη μάχη του Εμφυλίου Πολέμου έχει τελειώσει και οι δυνάμεις του «Δημοκρατικού Στρατού» υποχωρούν οριστικά στο αλβανικό έδαφος.

Η αμείλικτη αυτή σύγκρουση κρατούσε τουλάχιστον από το τέλος του 1944.

 Οι ρίζες της όμως, εντοπίζονταν πολύ νωρίτερα καθώς η μεγάλη πλειoνότητα της αγροκτηνοτροφικής και της εργατικής τάξης (η Ελλάδα ποτέ δεν κατάφερε να εξελιχθεί σε βιομηχανικό έθνος) υποεκπροσωπούνταν στα πολιτικά πράγματα. 

Με την πολιτική σκηνή να διαμορφώνεται από το 1850 και για 100 περίπου χρόνια από εκπροσώπους πλουσίων οικογενειών που πολιτεύονταν χωρίς σχέδιο που να περιλαμβάνει την ενσωμάτωση των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων.

Με την άνθιση των σοσιαλιστικών κινημάτων στην Ευρώπη, φορείς των ιδεών αυτών μεταλαμπάδευσαν τις ιδέες τους στην ελληνική πραγματικότητα, που όμως διέφερε πολύ από την αντίστοιχη βιομηχανική Γερμανία και Γαλλία ή από τη μάλλον μεσαιωνικά οργανωμένη ακόμα αγροκτηνοτροφική Ρωσία.

  Η ίδρυση κομμουνιστικού κόμματος στην Ελλάδα δεν βελτίωσε αποφασιστικά τα πράγματα ,αφού αρχή των κομμουνιστικών κομμάτων ήταν να βλέπουν τα πράγματα ως θεωρητικό παίγνιο, όπου δεν υπήρχαν εξαιρέσεις ή ιδιαίτερες περιπτώσεις.

Κάπως έτσι φτάσαμε στα γεγονότα του Δεκεμβρη του 1944  και μοιραία στον Εμφύλιο…

Προσπάθειες συνεννόησης, συμβιβασμού ακόμα και μιας ειλικρινούς σύμπνοιας μεταξύ των παλιών πολιτικών της εξόριστης κυβέρνησης μετά

 τον πόλεμο και των εκπροσώπων του ευρύτερου ΕΑΜ (που περιλάμβανε και μη-κομμουνιστές πολιτικούς και συνεργάτες) απέτυχαν.

 Οι ζυμώσεις που έλαβαν χώρα μέσα στον τελευταίο χρόνο, διακόπηκαν βίαια τον Δεκέμβριο του 1944 με τα γεγονότα της “μάχης των Αθηνών”.

 Αν και κάποιοι έτρεφαν ακόμα ελπίδες για εξομάλυνση των διαφορών, μετά τα “Δεκεμβριανά” τα στρατόπεδα είχαν σαφώς χωριστεί και η πολεμική αναμέτρηση φαινόταν πια αναπόφευκτη.

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΑΧΕΣ 

Στις αρχές Μαΐου 1949 ξεκίνησαν μεγάλες επιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων (περίπου 50.000 άνδρες) εναντίον των ανταρτών στη Στερεά Ελλάδα και τη Θεσσαλία, με την κωδική ονομασία “Πύραυλος”.

5.000 άνδρες του Δ.Σ.Ε. έχασαν τη ζωή τους, σύμφωνα με τον Λεωνίδα Γαληνό.

 Ο Ευάγγελος Αβέρωφ κάνει λόγο για 1.059 νεκρούς, 2.558 αιχμαλώτους και 1.012 λιποτάκτες.

 Το χειρότερο όμως για τους αντάρτες ήταν ότι σκοτώθηκαν πολλοί και σημαντικοί αξιωματικοί του Δ.Σ.Ε.

Μόνο δύο μεγάλες φάλαγγες ανταρτών υπό τους καπετάν Γιώτη και Κολιγιάννη κατάφεραν να φθάσουν στον Γράμμο μετά από περιπετειώδη πορεία.

Οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους στον Γράμμο και το Βίτσι όπου διέθεταν καλά οχυρωμένες θέσεις. 

Είχαν 5.000 μαχητές στον Γράμμο και 7.500 στο Βίτσι και 2.500 σε εφεδρεία στο αλβανικό έδαφος και πίστευαν ότι θα καταφέρουν να εμπλέξουν τους κυβερνητικούς σε πόλεμο φθοράς.

Από την άλλη πλευρά, στις αρχές Αυγούστου, είχαν συγκεντρωθεί 300.000 άνδρες (Τ. Βουρνάς, “Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας”, Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ).

 Κατά τον Δρα Ιωάννη Παπαφλωράτο, οι κυβερνητικές δυνάμεις αποτελούνταν από 2 Σώματα Στρατού τα οποία απαρτιζόταν από: 7 μεραρχίες Πεζικού, 1 μεραρχία Ορεινών Καταδρομών (Λ.Ο.Κ.), 2 ανεξάρτητες Ταξιαρχίες και 14 ελαφρά τάγματα πεζικού.

Τα τμήματα αυτά, τελούσαν υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Δυτικής Μακεδονίας Ηπείρου, με επικεφαλής τον Υποστρατηγό Κων/νο Βεντήρη.

Το A’ Σώμα Στρατού, διοικούσε ο Θρασύβουλος Τσακαλώτος και το Β’ Σώμα Στρατού, ο Στυλιανός Μανιδάκης. 

Δύο μεραρχίες και δύο ταξιαρχίες επιπλέον, βρισκόταν στην ελληνοβουλγαρική μεθόριο και συγκροτούσαν το Γ’ Σώμα Στρατού. 

Μεγάλο πλεονέκτημα των κυβερνητικών δυνάμεων. ήταν ο σύγχρονος οπλισμός, αμερικανικής προέλευσης κυρίως.

Περίπου 150 πυροβόλα Vickers και 200 άρματα μάχης. 

Παράλληλα, η (τότε) Βασιλική Αεροπορία, είχε μόλις παραλάβει 50 αεροσκάφη καθέτου εφορμήσεως Curtiss SB2C Helldiver από τις Η.Π.Α., τα οποία ο Δ.Σ.Ε. δεν είχε τρόπο να τα αντιμετωπίσει.

 Ο Παπάγος, διέταξε σφοδρό βομβαρδισμό των εχθρικών θέσεων από το Πυροβολικό ενώ και η Αεροπορία παρέλυσε τις επικοινωνίες των ανταρτών.

Η ηγεσία του Δ.Σ.Ε. είχε δύο επιλογές: να αποσυρθεί έγκαιρα εκτός συνόρων και, αναμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία να επανέλθει εφαρμόζοντας τις τακτικές του ανταρτοπολέμου ή να δώσει μια μάχη, ρισκάροντας όμως το ενδεχόμενο μιας οριστικής ήττας.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ «ΠΥΡΣΟΣ»

Το σχέδιο των κυβερνητικών δυνάμεων για την επιχείρηση σε Γράμμο – Βίτσι, είχε την κωδική ονομασία “Πυρσός” και περιλάμβανε τρεις φάσεις.

Το πρώτο σκέλος “Πυρσός Α'”, προέβλεπε την εκδήλωση παραπλανητικών επιθέσεων στον Γράμμο για να πιστέψουν οι αντάρτες ότι εκεί θα εκδηλωνόταν η κύρια επίθεση και να καθηλωθούν οι άνδρες του. 

Το σκέλος αυτό θα διαρκούσε ως τις 8 Αυγούστου.

Το δεύτερο σκέλος “Πυρσός Β'”, προέβλεπε την κατάληψη των οχυρών θέσεων του Δ.Σ.Ε. στο Βίτσι, όπου βρισκόταν και το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων του (9.000 άνδρες). Αυτό το σκέλος, θα διαρκούσε ως τις 16 Αυγούστου.

Το τρίτο σκέλος, “Πυρσός Γ'”, θα ξεκινούσε μετά την ολοκληρωτική επικράτηση εναντίον των ανταρτών στο Βίτσι.

 Προέβλεπε σφοδρή επίθεση στον Γράμμο, για να καταληφθούν οι θέσεις των ανταρτών και παράλληλα πλήρη αποκλεισμό των ελληνοαλβανικών συνόρων για να μην μπορούν οι άνδρες του Δ.Σ.Ε. να καταφύγουν στο αλβανικό έδαφος και επανέλθουν μέσω αυτού στην Ελλάδα, όπως είχε γίνει στο παρελθόν. 

Από την άλλη πλευρά, οι αντάρτες, θα πρόλαβαν ενεργητική άμυνα, με άμεσες αντεπιθέσεις για την κατάληψη των απολεσθέντων εδαφών.

Επίσης, σκόπευαν να οργανώσουν επιχειρήσεις στα μετόπισθεν των κυβερνητικών δυνάμεων με σκοπό την αποκοπή των συγκοινωνιών τους και να πραγματοποιήσουν αντεπιθέσεις σε διάφορα σημεία που θα πιέζονταν περισσότερο.

 Τέλος, στα ηγετικά κλιμάκια του Δ.Σ.Ε., υπήρχε η πεποίθηση ότι θα τους δοθεί η ευκαιρία για ένα “μαζικό συγκεντρωτικό χτύπημα” εναντίον των κυβερνητικών, για α αναγκαστεί  ο Παπάγος να αναστείλει τις επιχειρήσεις.

ΜΑΧΕΣ ΣΩΜΑ ΜΕ ΣΩΜΑ

Αρχικά, οι κυβερνητικές δυνάμεις “εκκαθάρισαν” το Καϊμακτσαλάν (Βόρας), στο οποίο βρισκόταν 1.300 αντάρτες. Έτσι αποκλείστηκε κάθε πιθανότητα ενίσχυσης του Δ.Σ.Ε. σε Γράμμο – Βίτσι. Ο Παπάγος, άφησε για αργότερα την “εκκαθάριση” του Μπέλες, όπου βρισκόταν 1.300 αντάρτες.

Η επίθεση εκδηλώθηκε στις 2 Αυγούστου. Ως τις 7 Αυγούστου, είχαν καταληφθεί αρκετές σημαντικές θέσεις των ανταρτών. Τη νύχτα της 8ης προς 9η Αυγούστου, το 583 Τάγμα υπό τη διοίκηση του Ταγματάρχη Κουμανάκου, με μία αιφνιδιαστική επιχείρηση, κατέλαβε το προπύργιο του Κάμενικ, το ύψωμα 1806. Το αρχηγείο του Δ.Σ.Ε. πείστηκε ότι το συγκεκριμένο όρος αποτελούσε βασικό στόχο των κυβερνητικών και μετέφερε εσπευσμένα δυνάμεις σ’ αυτό.

Το σχέδιο του Παπάγου, είχε πετύχει…

Ακολούθησε η κύρια επίθεση εναντίον όσων είχαν οχυρωθεί στο Βίτσι.

 Ξεκίνησε στις 10 Αυγούστου, με 4 μεραρχίες και 2 ταξιαρχίες καταδρομών, που υποστηρίζονταν από την αεροπορία και άρματα μάχης.

Αρχικά, καταλήφθηκαν τα υψώματα 1585 και Πολενάτα.

Άνδρες της 22ης Ταξιαρχίας, εγκαταστάθηκαν στη θέση Τσούκα, στα νώτα των ανταρτών, που βρίσκονταν στο ύψωμα Λέσιτς (κομβικό σημείο στην αμυντική διάταξη του Δ.Σ.Ε.).

 Την ίδια νύχτα, η Γ’ Μοίρα Καταδρομών επιτέθηκε εναντίον των ανταρτών που κατείχαν την οχυρή θέση Ρότι και το ύψωμα Μπάρο το οποίο και κατέλαβαν. 

Στράφηκαν έπειτα προς το ύψωμα Λέσιτς. 

Μετά από σκληρές μάχες οι κυβερνητικές δυνάμεις κατέλαβαν τον ορεινό όγκο Μισδάγιστα.

Οι αντάρτες βρήκαν καταφύγιο στη χερσόνησο Πυξός, μεταξύ Μεγάλης και Μικρής Πρέσπας.

Τότε ανέλαβε δράση η Βασιλική Αεροπορία.

 Εκτός από τους βομβαρδισμούς, αεροπλάνα έριξαν ομοιώματα αλεξιπτωτιστών κάτι που έκανε την ηγεσία των ανταρτών να αποφασίσει την εκκένωση της περιοχής. 

Οι κυβερνητικές δυνάμεις (Γ’ Μοίρα Καταδρομών) άρχισαν αποβατικές επιχειρήσεις στη χερσόνησο Πυξός από τις λίμνες, χάρη στα πλωτά μέσα που διέθεταν.

ΟΙ ΑΠΩΛΕΙΕΣ

Οι αντάρτες είχαν πολύ μεγάλες απώλειες. 

Προσπάθεια αντεπίθεσης στον Γράμμο στις 14 Αυγούστου, απέτυχε. Έτσι, δίνεται εντολή τη νύχτα της 14ης προς 15η Αυγούστου, να υποχωρήσουν και να καταφύγουν σε αλβανικό έδαφος. 

Η στάση των Αλβανών, άνδρες των οποίων πολεμούσαν φανερά στο πλευρό του Δ.Σ.Ε. σε κάποιες περιπτώσεις, εξόργισε την Αθήνα.

Κάποιοι υπουργοί, κατά τον Ευάγγελο Αβέρωφ, πρότειναν την πραγματοποίηση επιχειρήσεων σε αλβανικό έδαφος αλλά δεν εισακούστηκαν.

 Στις 16 Αυγούστου, το Βίτσι το οποίο κατά τον Ζαχαριάδη, θα γινόταν “ο τάφος του μοναρχοφασισμού”, έπεσε στα χέρια των κυβερνητικών δυνάμεων. 2.000 και πλέον αντάρτες είχαν σκοτωθεί (Δρ Ιωάννης Παπαφλωράτος).

Ο Τάσος Βουρνάς κάνει λόγο για 1.182 νεκρούς και 637 αιχμαλώτους. Παράλληλα, 40 πυροβόλα, 33 αντιαρματικά, 16 αντιαεροπορικά, 115 όλμοι και ελαφρά όπλα των ανταρτών, έπεσαν στα χέρια του στρατού, ο οποίος έχασε 256 αξιωματικούς και οπλίτες, ενώ άλλοι 1.336 τραυματίστηκαν.

Περίπου 1.000 αντάρτες κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία και 4.000 στην Αλβανία.

Στις 20 Αυγούστου, κοινή ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. και του Γενικού Αρχηγείου του Δ.Σ.Ε. ανέφερε:

 “Ο εχθρός συγκεντρώνεται στον Γράμμο για μία αποφασιστική αναμέτρηση. 

Στο Γράμμο έχουμε όλες τις δυνατότητες να καταφέρουμε το θανάσιμο πλήγμα στον εχθρό.

 Έχουμε αρκετή δύναμη, ισχυρά μέσα και πλεονεκτικό έδαφος…

 Εδώ, μπορούμε και πρέπει να θάψουμε το μοναρχοφασισμό”.

Αρχικά, ανέλαβε δράση η Αεροπορία που προκάλεσε απώλειες στους αντάρτες και καταρράκωσε το ηθικό τους.

 Στις 22 Αυγούστου, ο βασιλιάς Παύλος με τον Αμερικανό αντιστράτηγο James van Fleet και άλλους ξένους αξιωματούχους, επισκέφθηκε το μέτωπο και έφτασε σε ένα προκεχωρημένο φυλάκιο του υψώματος Αμμούδα.

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΑΧΗ

Στις 25 Αυγούστου, ξεκίνησε η επίθεση του στρατού με επικεφαλής τον Θ. Τσακαλώτο.

 Ακόμα κα ο Εμβέρ Χότζα, είχε πεισθεί για την ήττα του Δ.Σ.Ε. και στις 26 Αυγούστου, ο ραδιοφωνικός σταθμός των Τιράνων ανακοίνωνε ότι όποιος Έλληνας περνούσε τα σύνορα θα αφοπλιζόταν και θα “έμπαινε” σε περιορισμό.

Αρχικά, οι αντάρτες εκτοπίστηκαν από τις ισχυρές θέσεις τους στο Τσάρνο και το Παπούλι, ενώ η 9η Μεραρχία με ευρύ ελιγμό στην κατεύθυνση Πόρτα Οσμάν-Γκούμπελ-Σακκούλι, ύψωμα 2.520 εξάρθρωσε πλήρως την άμυνα των ανταρτών, η ηγεσία των οποίων στις 27 Αυγούστου, διέταξε τη διαφυγή των ανδρών του Δ.Σ.Ε. προς την Αλβανία από τη μοναδική διέξοδο που υπήρξε πλέον, αυτή της Μπάρας. 

Αρκετοί έφυγαν, άλλοι όμως εγκλωβίστηκαν καθώς το βράδυ ο στρατός άναψε τεράστιες φωτιές κατά μήκος των ελληνοαλβανικών συνόρων. Στις 30 Αυγούστου, οι καταδρομείς του Ταγματάρχη Παπαθανασίου κατέλαβαν το Κάμενικ, το τελευταίο καταφύγιο των ανταρτών. 

Ουσιαστικά, ο εμφύλιος είχε πλέον τελειώσει.

243 νεκροί και 1452 τραυματίες ήταν ο απολογισμός των τελευταίων μαχών για τις κυβερνητικές δυνάμεις, 922 νεκροί και 944 αιχμάλωτοι, ο απολογισμός για τον Δ.Σ.Ε.

Σκόρπιες εστίες ανταρτών (2.150 άνδρες κατά το Γ.Ε.Σ.), έδρασαν για λίγο ακόμα στο ελληνικό έδαφος.

Το 1950, υπήρχαν ακόμα ένοπλοι στα βουνά κατά το Γ.Ε.Σ. που όμως αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία.

Στις 16 Οκτωβρίου 1949, ο Δημήτρης Παρτσαλίδης, σαν πρόεδρος της προσωρινής “Δημοκρατικής Κυβέρνησης” ανάγγειλε από το ραδιόφωνο τον τερματισμό των εχθροπραξιών και έδωσε το στίγμα της νέας πορείας.

“Ο Δ.Σ.Ε. δεν κατέθεσε τα όπλα μα μονάχα τα έθεσε παρά πόδα. 

Υπεχώρησε μπροστά στην τεράστια υπεροχή του μοναρχοφασισμού”.

Και όπως γράφει ο φιλικά διακείμενος προς τον Δ.Σ.Ε. Τάσος Βουρνάς: 

“Ήταν η εσχάτη πλάνη, η χείρων της πρώτης…”

Πληροφορίες

«ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ»,ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ.τόμος ΙΣΤ.

Τάσος Βουρνάς, «Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ»,από την «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»,εκδ. Τολίδη,1981.

MILITARY HISTORY

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης