Υποστηριξε το militaire
Militaire News

ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Τι θα τα κάνει τα λέφτα; 130 δις ευρώ σε εξοπλισμούς θα πληρώσει το Βερολίνο την επόμενη 15ετία

ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Τι θα τα κάνει τα λέφτα; 130 δις ευρώ σε εξοπλισμούς θα πληρώσει το Βερολίνο την επόμενη 15ετία

Μετά από την επίτευξη της οικονομικής κυριαρχίας η Γερμανία φαίνεται ότι βάζει μπροστά τον στρατιωτικό επανεξοπλισμό της! Πολλοί διερωτήθηκαν τι θα τα κάνει τόσα λεφτά και τόσα πλεονάσματα η Γερμανία. Η απάντηση ήρθε πριν από μερικές ημέρες μέσω δηλώσεων “κυβερνητικών πηγών” της Γερμανίας στο Reuters :

Η Γερμανία φιλοδοξεί να επενδύσει 130 δισεκατομμύρια ευρώ, μέσα στα επόμενα 15 χρόνια, σε δαπάνες για την ενίσχυση της στρατιωτικής της δύναμης.

Το μεγαλύτερο μέρος αναμένεται να δαπανηθεί σε εξοπλισμό ο οποίος θα επιτρέψει στον στρατό να ανταποκρίνεται καλύτερα στις αποστολές του στο εξωτερικό”.

Το ποσό δεν είναι αστείο,ούτε προφανώς και οι προθέσεις του Βερολίνου να “χτίσει” δυνατές Ένοπλες Δυνάμεις. Και όπως έχει αποδείξει η ιστορία το να έχει ισχυρό στρατό η Γερμανία ποτέ δεν βγήκε σε καλό!

Το Βερολίνο έχει κατανοήσει φυσικά ότι δεν αρκεί η οικονομική δύναμη για να επιβάλλει τα “θέλω” του στην Ευρώπη αλλά και σε άλλες περιοχές που θεωρεί ότι έχει συμφέροντα. Η διαδικασία επανεξοπλισμού της Γερμανίας έχει εδώ και καιρό ξεκινήσει .Πρώτα απ΄ όλα με την δημιουργία κλίματος.

Το 2010 ο πρώην Γερμανός πρόεδρος Χορστ Κέλερ, επιστρέφοντας από μια επίσκεψη στο Αφγανιστάν, είχε δηλώσει ότι «μια χώρα όπως η Γερμανία που βασίζεται στις εξαγωγές πρέπει να γνωρίζει ότι οι στρατιωτικές επεμβάσεις στο εξωτερικό είναι αναγκαίες για τη στήριξη των γερμανικών συμφερόντων».

Ο  πρόεδρος, Γιόακιμ Γκάουκ, σχεδόν αμέσως μετά από την ανάληψη των καθηκόντων του σε ομιλία του στη στρατιωτική ακαδημία είχε εξυμνήσει τον ρόλο που μπορούν και πρέπει να έχουν οι γερμανικές ΕΔ.

Το μέγα πρόβλημα των γερμανικών κυβερνήσεων που πάντα ήθελαν μια ισχυρή στρατιωτικά Γερμανία ήταν ότι κοινή γνώμη της χώρας πάντα αντιμετώπιζε αρνητικά αυτό το ενδεχόμενο λόγω της ιστορίας. Το προσφυγικό και οι επιπτώσεις του στη Γερμανία φαίνεται ότι είναι πολύ χρήσιμο “εργαλείο” για να ξεπεραστεί και αυτό το εμπόδιο.

Ο Wolfgang Weber, σε άρθρο του στο World Socialist Web Site, 6/7 , με τίτλο «President Gauck demands more support for Germany’s army», αναλύει μέσω της ομιλίας του Γερμανού Προέδρου τις εξοπλιστικές φιλοδοξίες του Βερολίνου . Η μετάφραση είναι της Αριάδνης Αλαβάνου. Έχουν ενδιαφέρον αυτά που υποστηρίζει ο Γκάουκ. Και αποκαλυπτικά των προθέσεων της Γερμανίας.

Γράφει ο Weber:

“Ο Γκάουκ έπλεξε το εγκώμιο του μετασχηματισμού της Μπούντεσβερ σε μια παγκόσμια μαχητική δύναμη πολεμικών επιχειρήσεων: ‘Ενώ εμείς καθόμαστε εδώ, χιλιάδες στρατιώτες μας βρίσκονται σε αποστολές σε τρεις ηπείρους. Ένοπλες δυνάμεις στα Βαλκάνια, στο Ινδοκούς και στο Κέρας της Αφρικής επιχειρούν εναντίον τρομοκρατών και πειρατών … Ποιος θα πίστευε πως αυτό θα ήταν δυνατόν πριν από είκοσι χρόνια; Έτσι, προσφιλείς άνδρες και γυναίκες του στρατού εκπαιδεύονται σήμερα με σαφή προοπτική να συμμετάσχουν σε τέτοιες αποστολές …’
»Ο Γκάουκ δεν περιορίστηκε σε απλή πολεμική προπαγάνδα. Ο ύμνος προς τις ένοπλες δυνάμεις συνοδεύτηκε , όπως είχε απαιτηθεί  από μια επίθεση προς εκείνους που ‘στρέφουν αλλού το πρόσωπό τους, τους δειλούς, που δεν θέλουν να γνωρίζουν’ – μια στηλίτευση της έλλειψης εκτίμησης και υποστήριξης προς το στρατό και τις επιχειρήσεις του από την κοινωνία.

‘Όλα αυτά δεν θα έπρεπε να συζητούνται στα διοικητικά επίπεδα και στο Κοινοβούλιο μόνο’, τόνισε ο Γκάουκ. Χρειάζεται να συζητούνται ‘εκεί όπου θα έπρεπε να αναγνωρίζεται η σημασία των ενόπλων δυνάμεών μας : μέσα στην κοινωνία. Δεν μας αρέσει να σκεφτόμαστε ότι υπάρχουν πάλι τραυματίες βετεράνοι μεταξύ μας. Άνθρωποι που η υπηρεσία τους προς τη Γερμανία τους κόστισε τη φυσική ή διανοητική τους υγεία. Και η κοινωνία φέρει βαρέως το γεγονός ότι και πάλι σκοτώνονται Γερμανοί σε στρατιωτική δράση’.
» Ο Γκάουκ κάλεσε να γίνονται περισσότερες δημόσιες συζητήσεις με στρατιώτες και αξιωματικούς για να ξεπεραστεί η απροθυμία αποδοχής των πολεμικών επιχειρήσεων:

‘Στρατηγοί, αξιωματικοί και στρατιώτες πρέπει να βρεθούν ξανά στο επίκεντρο της κοινωνίας μας!’ Επανήλθε αρκετές φορές σ’ αυτό το ζήτημα υποδεικνύοντας εμφανώς ότι στρατιώτες και αξιωματικοί θα έπρεπε να εμφανίζονται πιο συχνά στον Τύπο και στην τηλεόραση, προκειμένου να δημιουργηθεί η σωστή ατμόσφαιρα. Σύμφωνα με τον πρόεδρο, ‘η κοινωνία μας δεν δείχνει την ίδια ετοιμότητα αποδοχής θυσιών’ μ’ αυτή που επιδεικνύουν οι στρατιώτες της Μπούντεσβερ, υπάρχει ελάχιστη προθυμία να πεθάνουν οι άνθρωποι, αντίθετα, περιορίζονται σε έναν εικονικό ‘εθισμό στην ευτυχία».

Ο Γκάουκ καυτηρίασε μια τέτοια επιδίωξη της ευτυχίας: ‘Το γεγονός ότι υπάρχουν και πάλι γερμανικές απώλειες δεν μπορεί να το σηκώσει η κοινωνία μας που αναζητά την ευτυχία … Όμως δεν μπορούμε να έχουμε ελευθερία χωρίς ευθύνη. Για εσάς, αγαπητοί στρατιώτες/στρατιωτίνες, είναι αυταπόδεικτο. Είναι, όμως, αυταπόδεικτο και για την κοινωνία μας; Ορισμένοι θεωρούν ότι η εξασφάλιση της ελευθερίας και της ευημερίας μας είναι ευθύνη του κράτους και της δημοκρατίας. Κάποιοι συγχέουν την ελευθερία με την απερισκεψία, την αδιαφορία και τον ηδονισμό. Άλλοι είναι πολύ καλοί όσον αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων τους ή, όπου είναι αναγκαίο, τα απαιτούν κραυγαλέα. Και όλοι ξεχνούν πολύ εύκολα ότι μια λειτουργική δημοκρατία απαιτεί επίσης προσπάθεια, εγρήγορση, θάρρος και μερικές φορές την ύστατη θυσία από ένα άτομο: να δώσει τη ζωή του’.
Αυτή η ‘προθυμία να κάνουμε θυσίες’ είναι σπάνια στις μέρες μας , σύμφωνα με τον Γκάουκ. ‘Αλλά, εδώ, στις ένοπλες δυνάμεις, συναντώ ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να αφιερωθούν σε κάτι – ανθρώπους που είναι θαρραλέοι πολίτες εν στολή!»

Χρησιμοποιώντας αυτό τον όρο ‘θαρραλέοι πολίτες εν στολή’, ο Γκάουκ ανήγγειλε την απομάκρυνση από την ιδέα των ‘ένστολων πολιτών του κράτους’, τη συνολική ιδέα της μεταρρύθμισης της Μπούντεσβερ από τη δεκαετία του 1970 που υπονοούσε ότι η διαφορά μεταξύ στρατιωτών και άλλων πολιτών στη μεταπολεμική περίοδο δεν ήταν ο φόνος και ο θάνατος, αλλά απλώς η στολή. Επιπλέον, ο Γκάουκ εξήρε το ‘μαχητικό πνεύμα των στρατιωτών και την προθυμία τους να πεθάνουν για ένα ιδανικό’ …: ένα ιδανικό που έρχεται σε αντίθεση με αυτό που θεωρεί ως αξιοκατάκριτη επιδίωξη της ευημερίας και της ευτυχίας.

Ήδη δύο χρόνια προ της ανάδειξής του στην προεδρία , σε μια συνέντευξη προς τη Süddeutsche Zeitung, ο Γιόακιμ Γκάουκ είχε επιτεθεί βίαια στη λαχτάρα των ανθρώπων για ευτυχία. ‘Οι άνθρωποι πρέπει να σηκωθούν από την αιώρα της αναμονής της ευτυχίας μέσω της ευχαρίστησης και της ευημερίας!’, κήρυξε ο πάστορας. Και στην ερώτηση του δημοσιογράφου ‘Πάνε τα πράγματα πολύ καλά για εμάς;’ Απάντησε: ‘Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας ζωής που δεν κερδίζεται πλέον μέρα με τη μέρα. Η κατάσταση είναι διαφορετική σε καιρούς κρίσης ή δικτατορίας’.

Σήμερα προφανώς θα πρόσθετε: ‘και σε καιρούς πολέμου επίσης’. ‘Όταν όλα πάνε καλά για εμάς, οι προκλήσεις της ζωής περνούν απαρατήρητες … και υπάρχει αναζήτηση νοήματος’. Ο δημοσιογράφος ρώτησε: ‘Είμαστε τόσο υλιστές;’ Και ο Γκάουκ απάντησε: ‘Ειλικρινά, το πιστεύω, ναι. Δεν αφορά μόνο την εποχή μας. Η λαχτάρα του ανθρώπου για άμεση ικανοποίηση προκειμένου να θεωρηθεί ευτυχής αποτελεί μέρος της σκοτεινής πλευράς της ανθρώπινης φύσης’.
» Με αυτές τις παρατηρήσεις ο Γιόακιμ Γκάουκ επαναλαμβάνει με άμεσο τρόπο την ‘πολιτισμική κριτική’ των αστών ιδεολόγων και συγγραφέων της Γερμανίας πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο.

Εκείνοι οι διανοούμενοι χρησιμοποιούσαν σχεδόν τις ίδιες λέξεις όταν διαμαρτύρονταν για την κυριαρχία του ‘υλισμού’ στην κοινωνία, την απώλεια των υψηλών ιδανικών ή μάλλον την απροθυμία να πεθαίνει κανείς γι’ αυτά. Θεωρούσαν ευπρόσδεκτες τις κρίσεις, τη φτώχεια και τον πόλεμο ως ‘απελευθέρωση από την παρακμή’, ως ‘καθαρτήριες καταστροφές’, ‘ηρωικές δοκιμασίες για μια υψηλότερη ύπαρξη που να έχει νόημα’ – ιδέες που πρόσφεραν στους μιλιταριστές, τότε όπως και τώρα, τον ιδεολογικό εξοπλισμό που είχαν ανάγκη.
» Ο Κόλμαρ Φράιχερ φον ντερ Γκολτς, ανώτατος Γερμανός αυτοκρατορικός στρατηγός και κτηνώδης οργανωτής της κατοχής του Βελγίου κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου πολέμου, έγραψε εφτά χρόνια πριν από την έναρξη της σφαγής: ‘Πάνω απ’ όλα, επιθυμώ δυο καλά πράγματα για τη γερμανική πατρίδα, την πλήρη εκπτώχευση και ένα πόλεμο τιμωρίας που να διαρκέσει εφτά χρόνια. Μετά, ο γερμανικός λαός θα είχε πιθανώς την ικανότητα να ανυψωθεί ξανά και να σωθεί από μια ηθική εξαχρείωση αιώνων’.
Ο Γκάουκ δεν ανατρέχει στους ιδεολόγους του γερμανικού ιμπεριαλισμού πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο μόνο μέσω της επίκλησης της κρίσης, του πολέμου και των θυσιών ως ευκαιριών για μια ‘πιο άξια και με νόημα ύπαρξη’, που υπερβαίνει τη ‘σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης’.

Οι μακροσκελείς ομιλίες του ενάντια στην επιδίωξη της ευτυχίας’ εντάσσονται επίσης στην ίδια παράδοση. Φιλόσοφοι όπως ο Μαξ Σέλερ, κοινωνιολόγοι όπως ο Γκέοργκ Ζίμελ και οικονομολόγοι όπως ο Βέρνερ Ζόμπαρτ επιδίδονται στους ίδιους ακριβώς οδυρμούς, επικαλούμενοι συχνά τον Φρ. Νίτσε και τους διάσπαρτους αφορισμούς του περί ‘υλισμού’ και ‘ηδονισμού’. Έτσι εξέφρασαν μια άγρια εχθρότητα απέναντι στο εργατικό κίνημα που έχει υιοθετήσει ένα επαναστατικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα και στην πάλη του για κοινωνική ισότητα, ένα κίνημα που δεν ήταν πλέον διατεθειμένο να ανεχθεί μια μειονότητα πλούτου στην κορφή της κοινωνίας, ενώ η πλειονότητα βυθίζεται στη φτώχεια και στην ταλαιπωρία».

Τα κηρύγματα του Γιόακιμ Γκάουκ κατά του ‘εθισμού στην ευτυχία και την ευημερία’ ισοδυναμούν επίσης με στοχευμένες επιθέσεις του εκπροσώπου της τάξης των ιδιοκτητών στα βασικά κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζομένων στη Γερμανία και σε όλη την Ευρώπη. Την αντίθεση των Ελλήνων ή των Ισπανών εργαζομένων στην αθλιότητα που υπαγορεύουν το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες, την αντίσταση στη λιτότητα προς χάριν της ‘σωτηρίας των τραπεζών’, την εναντίωση στους αποικιακούς πολέμους στο Αφγανιστάν και τη Σομαλία – αυτά στιγματίζει ο Γκάουκ ως ‘εθισμό στην ευτυχία’ και ‘φιλοδοξία ευημερίας’.

Militaire.gr

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης