Υποστηριξε το militaire
Στιγμές Ιστορίας
08/04/2021 | 06:00 (ενημερώθηκε 3 έτη πριν)
Militaire News

Οι Έλληνες της Στάζι- Ο ράφτης, ο έμπορος, ο δάσκαλος, η φοιτήτρια και οι αμοιβές

Οι Έλληνες της Στάζι- Ο ράφτης, ο έμπορος, ο δάσκαλος, η φοιτήτρια και οι αμοιβές

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

(μέρος τρίτο)

Το πρώτο μέρος ΕΔΩ

Το δεύτερο μέρος ΕΔΩ

Στο τελευταίο μέρος του σημειώματος για τους Έλληνες της Στάζι, θα καταγράψουμε μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις εκείνων που συνεργάστηκαν με την μυστική υπηρεσία της Ανατολικής Γερμανίας την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.

Όλες οι πληροφορίες και οι αναφορές σε πρόσωπα, περιέχονται στην επιστημονική μελέτη των Στράτου Ν. Δορδανά & Βάιου Καλογρηά, με επιστημονικά υπεύθυνο τον Καθηγητή Νίκος Μαραντζίδη από το Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών, και Ανατολικών Σπουδών Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, που έχει αποδεσμευτεί ηλεκτρονικά και βρίσκεται αναρτημένη στο διαδίκτυο για ελεύθερη χρήση.

Ο ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΕΝΟΣ

Η Στάζι δεν ενδιαφερόταν μόνο για αφοσιωμένους και συνειδητούς κομμουνιστές.

 Ο Δ. Μ., συνεργάτης ΙΜ με το κωδικό όνομα «Antana» και, έπειτα, «Arno», είναι μια εντελώς διαφορετική περίπτωση.

 Καταρχάς, δεν ήταν πολιτικός πρόσφυγας και ούτε είχε αναμιχθεί στην πολιτική. 

Το 1941, δηλαδή επί γερμανικής κατοχής, αναζήτησε εθελοντικά στο Ράιχ ψωμί και εργασία αλλά και θεραπεία για την ασθένειά του στους πνεύμονες. 

Εργάστηκε σε μεγάλη πολη ως ράφτης και σε αρτοποιείο. 

Μετά το τέλος του πολέμου βρέθηκε εγκλωβισμένος στην Ανατολική Γερμανία, εμπλεκόμενος σε παράνομες συναλλαγές, δηλαδή σε υποθέσεις μαυραγοριτισμού, προκειμένου να επιβιώσει.

 Τα χαρτιά και τα παράνομα στοιχήματα ήταν τα δύο μεγάλα πάθη του.

 Ήταν γνωστός θαμώνας των καφενείων.

 Η Γερμανίδα σύζυγός του, που δούλευε σε μπαρ, χαρακτηρίζεται από τη Στάζι «ανήθικο στοιχείο».

Μετά τη σχετική ανάκριση, στην οποία υποβλήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950, ο Μ. δήλωσε πρόθυμος να συνεργαστεί με τους αξιωματικούς της Στάζι και να τους δίνει πληροφορίες, όχι αποκλειστικά για τους ομοεθνείς του αλλά και για μέλη άλλων εθνοτικών ομάδων. 

Λόγω των συναναστροφών του με κυκλώματα της νύκτας, γνώριζε αρκετά καλά πρόσωπα και πράγματα. 

Η εντολή που έλαβε ήταν να πληροφορηθεί τα ονόματα ατόμων που ταξίδευαν συχνά στο Δυτικό Βερολίνο και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

 Επίσης, του ανατέθηκε η αποστολή να παρακολουθεί, ποιοι επισκέπτες των καφενείων και των εστιατορίων είχαν στην κατοχή τους πολλά χρήματα. 

Η Στάζι έδειξε ικανοποιημένη από την πρόοδο της εργασίας του Μ. και θέλησε να επωφεληθεί των γνωριμιών του με «ανθρώπους της αστικής τάξεως και επιχειρηματίες». 

Συγχρόνως, ενδιαφερόταν για τις διασυνδέσεις του με κατόχους ελληνικών διαβατηρίων (πιθανώς μαυραγορίτες), που είχαν διαφύγει στο Δυτικό Βερολίνο ή τη Δυτική Γερμανία. 

Σχεδίαζε μάλιστα να τον «αξιοποιήσει» από την άλλη πλευρά των συνόρων, ώστε να ανανεωθούν οι επαφές του με τη συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων.

Ο Μ. συνεργάστηκε με τη Στάζι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 έως τα τέλη της δεκαετίας του ’60.

 Σε αυτό το διάστημα τού επιτράπηκε να ταξιδέψει στην Ελλάδα.

 Μετά την επιστροφή του, στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 60, προσκόμισε στοιχεία για την κατάσταση των Ελλήνων εργατών στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στην βόρειο Ελλάδα. 

Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι γιατί δεν άδραξε την ευκαιρία να εγκαταλείψει την Ανατολική Γερμανία και να συνεχίσει τη ζωή του στην Ελλάδα, ερώτημα που μάλλον βρίσκει εύκολα απάντηση αν αναλογιστεί κανείς τα «συμβόλαια» δέσμευσης των πληροφοριοδοτών με τη Στάζι.

Μεγαλύτερο ζήλο έδειξε ο συνεργάτης με το κωδικό όνομα «Α.», ο οποίος έλαβε την εντολή να συλλέξει πληροφορίες για τις διαδικασίες που απαιτούνταν για την έκδοση των διαβατηρίων και αν για το σκοπό αυτό έπρεπε η Ελληνική Στρατιωτική Αποστολή να ενημερώνει κάθε φορά την Αθήνα. 

Το πραγματικό όνομα ήταν Ν. Γ. 

Γεννήθηκε την δεκαετία του 30, οι γονείς του ήταν εργάτες και μετά το σχολείο εργάστηκε ως φούρναρης.

 Ο Γ. πέρασε στο Ανατολικό Βερολίνο, όπου τον παρέλαβαν οι άνθρωποι της Στάζι.

 Η εξωτερική του εμφάνιση ήταν επιμελημένη, όπως διαπίστωσαν, και απαντούσε χωρίς καθυστέρηση στις ερωτήσεις που του υποβάλλονταν, αν και δεν μιλούσε, ούτε και καταλάβαινε καλά τα γερμανικά.

 Εντύπωση τούς έκαναν οι πολλές γνωριμίες του με γυναίκες.

 Τελικά, στρατολογήθηκε  ως «Μυστικός Συνεργάτης» («Geheimer Mitarbeiter»-GM).

 Η Στάζι έδωσε και την έγκρισή της να ζήσει μόνιμα στη ΓΛΔ και να ασκήσει το επάγγελμα που επιθυμούσε.

 Η συνεργασία με την κρατική ασφάλεια φαίνεται ότι έδωσε νόημα στη ζωή του, μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να ριζώσει στη Δυτική Γερμανία. 

Δεν ήταν πια ένας άσημος άνεργος, αλλά ένας μυστικός πράκτορας στην υπηρεσία του «σοσιαλισμού και της ειρήνης».

Ο ΠΡΟΘΥΜΟΣ ΑΣΤΟΣ

Πολλά υποσχόμενη ήταν και η συνεργασία με τον Θ. Χ. (κωδικό όνομα «Gondrell»), έμπορο ειδών ένδυσης.

Σύμφωνα με έκθεση της Στάζι, επρόκειτο για έναν αστό, σε ό,τι αφορούσε τη σκέψη και την εμφάνισή του. 

Καταγόταν από αστική οικογένεια, και η συμπεριφορά του πρόδιδε τον αστικό κώδικα αξιών. 

Σημαντική, αν όχι σημαντικότερη, ήταν η ενεργοποίησή του σε κύκλους Ελλήνων επιχειρηματιών της Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας.

 Οι πληροφορίες του ήταν πάντα έγκυρες. Ωστόσο, εξαιτίας του προκεχωρημένου της ηλικίας του, τα όρια της δράσης του ήταν στενά περιορισμένα.

 Εξάλλου, η Στάζι δεν τον θεωρούσε απολύτως αξιόπιστο, καθότι επιρρεπής στη «δυτική προπαγάνδα».

 Προφανώς, οι αξιωματικοί της δυσπιστούσαν απέναντι στην αστική καταγωγή και τον αστικό τρόπο σκέψης και ζωής του.

 Λόγω και των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, η Στάζι αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία.

Η περίπτωση του «δάσκαλου» («Lehrer») είχε να κάνει αποκλειστικά με την κοινότητα των πολιτικών προσφύγων.

 Ο «δάσκαλος» στρατολογήθηκε από τη Στάζι ως «ανεπίσημος συνεργάτης» την δεκαετία του 70.

 Το κωδικό του όνομα αντιστοιχούσε στο πραγματικό του επάγγελμα.

 Ως δάσκαλος σε ελληνικό σχολείο,  είχε συχνή επαφή με τις οικογένειες των μαθητών και γνώριζε έτσι από πρώτο χέρι την κατάσταση που επικρατούσε στην ελληνική κοινότητα.

 Από αυτή την άποψη ήταν μια πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τη Στάζι.

Εν τούτοις, η συνεργασία του με τη Στάζι φαίνεται πως ερχόταν σε αντίθεση με τη συνείδησή του. 

Σε έκθεση του, ο αρμόδιος αξιωματικός παρατηρούσε ότι ο «δάσκαλος» απέφευγε από φόβο την επαφή με τους πράκτορες της Στάζι.

 Για να μη δώσει αφορμή για περαιτέρω πιέσεις εκ μέρους της, απέφευγε επίσης τις πολιτικές συζητήσεις με την ηγεσία των εξόριστων προσφύγων.

Η ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

Άλλους συνεργάτες επιστράτευσε η Στάζι από τον γυναικείο πληθυσμό, που δεν αποτέλεσε εξαίρεση.

 Μία από τις πιο σημαντικές Ελληνίδες που συνεργάστηκαν με τν μυστική υπηρεσία, ήταν η Π. Ε. από νησί του Αιγαίου. 

Η περίπτωσή της έχει εξαιρετική σημασία γιατί φωτίζει τον μηχανισμό στρατολόγησης και τα διάφορα στάδια που απαιτούνταν για να συναφθεί επισήμως η παροχή πληροφοριών.

Η ίδια μετέβη την δεκαετία του 60 για σπουδές στην Ανατολική Γερμανία.

Φαίνεται πως η Στάζι το εκμεταλλεύτηκε για να πετύχει τη στρατολόγησή της ως «Μυστικής Πληροφοριοδότριας» («Geheiminformant»–GI) με το κωδικό όνομα «Martha».

 Ωστόσο, κάποια χρόνια αργότερα η συνεργασία διακόπηκε, καθώς υπήρχε η υποψία πως μπορεί να ήταν διπλός πράκτορας.

 Η Ε. δήλωσε τότε έτοιμη να συνεργαστεί, αλλά δίστασε να υπογράψει τη «δήλωση ανάληψης υποχρεώσεων».

 Περισσότερο τη φόβιζαν τα προβλήματα που θα ανέκυπταν, αν γινόταν γνωστή αυτή η συνεργασία, στην περίπτωση που ήθελε κάποτε να επιστρέψει στην Ελλάδα.

 Στο τέλος οριστικοποιήθηκε η συνεργασία, και η ίδια επέλεξε το κωδικό της όνομα.

 Επίσης συμφωνήθηκαν τα τακτικά ραντεβού (στο ίδιο μέρος και την ίδια ώρα) και της δόθηκε ένας αριθμός τηλεφώνου σε περίπτωση που υπήρχε ανάγκη.

 Από την πλευρά των αξιωματικών της Στάζι υπογραμμίστηκε πως σε τυχαία μεταξύ τους συνάντηση στον δρόμο δεν θα έπρεπε να χαιρετιστούν. 

Η «Martha» δεν θα διέψευδε τις προσδοκίες των στρατολόγων της, τουλάχιστον έως το χρονικό σημείο που θα γινόταν η ίδια ύποπτη και «αναξιόπιστη».

Η τελευταία περίπτωση είναι αναμφίβολα η πιο ενδιαφέρουσα.

 Πρόκειται για τον Ν. Θ. (κωδικό όνομα «Anton»), ο οποίος είχε γεννηθεί σε πολη της κεντρικής Ελλάδας..

 Ο Θ. ανήκε στη γενιά του « του Εμφυλίου». 

 και σπούδασε σε πανεπιστήμιο της Ανατολικής Γερμανίας.

 Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν συνεργάτης της Στάζι, με εξαιρετική επιτυχία, όπως επιβεβαιώνουν οι εκθέσεις των ανωτέρων του.

 Πέντε φάκελοι υπάρχουν αποκλειστικά για τον Ν., που ανταγωνίζεται σε όγκο υλικού και γνωστούς Ανατολικογερμανούς αστέρες της Στάζι. 

Από  την ημέρα που συμφώνησε να συνεργαστεί με την κρατική ασφάλεια, διακρίθηκε στη συλλογή πληροφοριών για τους Έλληνες φοιτητές του Δυτικού Βερολίνου.

 Όμως, η δραστηριότητά του δεν σταμάτησε εκεί. 

Επεκτάθηκε και στην συλλογή πληροφοριών για τη στάση των φοιτητών από άλλες εθνικές ομάδες, όπως για παράδειγμα από την Αφρική ή την Ινδονησία, απέναντι στο SED και τη ΓΛΔ.

Ο ζήλος που επέδειξε κατά την άσκηση των «καθηκόντων» του, φαίνεται πως είχε ιδεολογικά αλλά και καιροσκοπικά κίνητρα. Από τη μια πλευρά ήταν ένθερμος οπαδός της κομμουνιστικής ιδεολογίας, και από την άλλη επιθυμούσε σφόδρα να αναρριχηθεί στην ιεραρχία της πολιτιστικής ζωής της Ανατολικής Γερμανίας.

 Ως ανταμοιβή για την επιτυχή εκτέλεση των αποστολών που του ανατέθηκαν, έλαβε διάφορα χρηματικά ποσά. 

Επειδή έδειχνε μεγάλη αφοσίωση και έβαζε στην άκρη τα προσωπικά του συμφέροντα, η Στάζι του χορηγούσε – αναλόγως με την περίπτωση – ειδικό πριμ.

Πηγή

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΣΤΑΖΙ

Στράτος Ν. Δορδανάς και Βάιος Καλογρηάς

Επιστημονικά υπεύθυνος Καθηγητής Νίκος Μαραντζίδης Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών, και Ανατολικών Σπουδών Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης