Υποστηριξε το militaire
Άποψη
17/08/2020 | 13:14
Militaire News

“Τρεις πράξεις συνενοχής κι ένας διάλογος άλλοθι στον Τουρκικό Αναθεωρητισμό”

Του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Διάλογος για την ΜΙΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ διαφορά με την Τουρκία, σημαίνει και κυρίως προϋποθέτει, πως η Ελλάδα ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ και ΕΠΙΒΑΛΕΙ τον πρωταγωνιστικό της ρόλο σε αυτόν τον διάλογο, ασκώντας ΠΛΗΡΗ και ΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΗ Εθνική κυριαρχία σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα τα οποία επιχειρεί να ενσωματώσει η Τουρκία στην ατζέντα με τις διμερείς διαφορές.

Ειλικρινά δεν αντιλαμβάνομαι τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι ή πολύ περισσότερο να θεωρούμε πως μπορεί να αποτελεί μέρος μιας «επιτυχημένης» εξωτερικής πολιτικής, το γεγονός ότι με απαίτηση των «συμμάχων» μας και με διάχυτη την Ελληνική ανοχή, η πατρίδα μας θα παρακαθίσει σε έναν επιτηρούμενο διάλογο – διαπραγμάτευση με την Τουρκία, μόλις ολοκληρωθεί το κρεσέντο των ακραίων τουρκικών πειρατικών εκβιασμών…

Οι εκβιασμοί άλλωστε δεν μπορεί να επιβραβεύονται στο πλαίσιο της διεθνούς διπλωματίας, πολύ δε περισσότερο δεν είναι δυνατόν να νομιμοποιούνται, ως αποτελεσματικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Αντιθέτως αυτό που επιβάλλεται είναι να τιμωρούνται, και επιβάλλεται να τιμωρούνται παραδειγματικά, ώστε να μην εκλαμβάνονται από κανέναν επίδοξο εκβιαστή, ως μέθοδος επιβολής τετελεσμένων, ικανοί να ανατρέπουν κανόνες αλλά και τα αυτονόητα στο διεθνές δίκαιο.

Οι «σύμμαχοί» μας – υπερατλαντικοί και μη – όχι μόνο δεν στήριξαν δια της διπλωματικής οδού την Ελλάδα ως προς τα αδιαπραγμάτευτα, τα οποία επ’ ουδενί μπορούν να συμπεριληφθούν στην ατζέντα ενός τέτοιου διαλόγου, αλλά αντιθέτως με τις αλλεπάλληλες αντιφατικές δηλώσεις τους και με την συνολική τους στάση, επιμένουν να προσφέρουν νομιμοποιητικά άλλοθι στον τουρκικό αναθεωρητισμό, μιλώντας πότε για «διαφιλονικούμενα ύδατα» και πότε για «αμφισβητούμενες περιοχές».

Η Ελλάδα από την άλλη μεριά, δια του υπουργείου των Εξωτερικών και με τον πρωθυπουργό της χώρας να πρωταγωνιστεί σε διμερείς συναντήσεις, δεν φρόντισε να καταστήσει σαφές έναντι πάντων, ότι ο επιδιωκόμενος διάλογος δεν πρόκειται να γίνει πλυντήριο ανομιώνκαι ότι διάλογος που θα αφήνει παράθυρα ανοικτά για αμφισβήτηση δεδομένων που θεμελιώνονται μέσα από διεθνείς συνθήκες, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να υπάρξει.

Αντ’ αυτού – και παρά τα επιμέρους βήματα τα οποία παραπέμπουν σε μια περισσότερο δραστήρια (αλλά όχι αυτόματα και ενεργητική) σε σχέση με το παρελθόν διπλωματία – η πατρίδα μας κατά βάση παραμένει προσκολλημένη… 

  • Σε μια γενικόλογη διεθνοδικαιική προσέγγιση του ζητήματος…
  • Στις διαχρονικές της αυταπάτες. Και…
  • Σε μια στρεβλή περί των συμμάχων αντίληψη, που αποδυναμώνει την θέση της και απορυθμίζει πλήρως την στάση της στο πλαίσιο των συμμαχικών δομών.

Η επικοινωνιακή διαχείριση που επελέγη αναφορικά με την Ελληνική αντίδραση στην πρόσφατη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας εντός των ορίων της Ελληνικής Υφαλοκρηπίδας, δεν πρέπει να μας παρασύρει συνολικά σε μια γενικευμένη κοινωνική αυταπάτη.

Από το «υπήρξε αντίδραση» μέχρι το «η αντίδραση που υπήρξε ήταν η ενδεδειγμένη» υπάρχει απόσταση… Υπάρχει θεμελιώδης ποιοτική διαφορά… Και οφείλουμε ως κοινωνία, ΚΑΙ την απόσταση να διανύσουμε, αλλά ΚΑΙ την ποιοτική διαφορά να διακρίνουμε με όρους νηφαλιότητας και εθνικής ευθύνης.

Το κρίσιμο ζήτημα λοιπόν, δεν είναι να αποτιμήσουμε με τρόπο αποσπασματικό το εύρος της αντίδρασης που επιδείχτηκε απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα, αλλά η ανάγκη να αξιολογήσουμε με τρόπο ενιαίο, με διπλωματικοπολιτικούς και επιχειρησιακούς όρους, την αποτελεσματικότητά της, και το εάν τελικά οι Ελληνικές αντιδράσεις υπήρξαν απλώς παρακολούθημα της τουρκικής προκλητικότητας ή μέρος ενός ολοκληρωμένου σχεδίου ικανού να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού

Από αυτήν την άποψη, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι δικαιολογούνται οι υπέρμετροι πανηγυρισμοί. Πολύ δε περισσότερο που την ώρα του ταμείου, το αποτέλεσμα δεν θα κριθεί στις ανθυπολεπτομέρειες των επιμέρους χειρισμών, αλλά στα πραγματικά δεδομένα που διαμορφώνουν το παζλ της επόμενης μέρας. Τα δεδομένα λοιπόν που διαμορφώνονται, πολύ συνοπτικά έχουν ως εξής:

  • Τα κυριαρχικά μας δικαιώματα τα υπερασπιστήκαμε με τρόπο αμφιλεγόμενο και νεφελώδη.

Όχι μονάχα γιατί στο όνομα της μη σύγκρουσης υποβαθμίσαμε συνειδητά τον βιασμό τους από την τουρκική αλητεία (πότε ισχυριζόμενοι ότι το ερευνητικό το παρέσυραν οι άνεμοι και πότε ότι λόγω θορύβων τα συμπεράσματα των Τούρκων θα ήταν επισφαλή)… Αλλά κυρίως γιατί επί της ουσίας ΔΕΝ τα ασκήσαμε

  • Στο επίπεδο της γεωστρατηγικής διαχείρισης, η δυναμική των κρίσιμων συμμαχιών τις οποίες υποτίθεται ότι χτίζει η εξωτερική μας πολιτική, δεν διαμορφώθηκε στην βάση των πραγματικών διλημμάτων, πρωτίστως γιατί η Ελλάδα δεν δραπέτευσε από την μέγγενη του Ευρωατλαντισμού, και ως εκ τούτου δεν εναρμονίζει το πραγματικό γεωπολιτικό της μέγεθος με τις ιστορικές προκλήσεις της τρέχουσας εποχής.

Επομένως, ακόμη και αυτές οι ανεμικές διμερείς συμμαχίες, τελούν υπό την διαρκή αίρεση των Ευρωατλαντικών απαιτήσεων, γι αυτό και ΔΕΝ διαθέτουν στρατηγικό βάθος και η πατρίδα μας ΔΕΝ διεκδικεί στρατηγικό ρόλο μέσα σε αυτές.

  • Η συνολική απάντηση απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα, ΔΕΝ ήταν… ΟΥΤΕ ενιαία, αφού δεν αποτέλεσε μέρος ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού με ξεκάθαρες ιεραρχήσεις και στοχευμένη αξιοποίηση ευκαιριών… ΟΥΤΕ στρατηγική, αφού το κυρίαρχο ερώτημα ήταν σταθερά το «πως απαντάμε» και δεν αναβαθμίστηκε ποτέ σε «πως ενισχύουμε την πραγματική θέση της χώρας» τόσο έναντι της Τουρκίας όσο και αυτοτελώς, μπροστά στις κρίσιμες ανακατατάξεις που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Έτσι, ο πολυσυζητημένος «διάλογος» γύρω από τον οποίο όλα δείχνουν πως θα παιχτεί η τελευταία πράξη του δράματος, ΔΕΝ επεβλήθη από την χειραφετημένη πατρίδα μας ως εργαλείο επιβεβαίωσης του αναβαθμισμένου ιστορικού και γεωπολιτικού της ρόλου, αλλά της επιβλήθηκε από εχθρούς και συμμάχους, πακέτο με τους όρους του, και η πολιτική ηγεσία του τόπου φαίνεται πως αρκείται σε μια επικοινωνιακή διαχείριση των όρων του συμβιβασμού.

Οι διαβεβαιώσεις πως δήθεν το μοναδικό ζήτημα που παραπέμπεται στον διάλογο είναι η μοναδική διαφορά δηλαδή αυτή της συμφωνίας για την οριοθέτηση ΑΟΖ – Υφαλοκρηπίδαςείναι έωλες και αποπροσανατολιστικές.

Πρόκειται για διαβεβαιώσεις που ροκανίζονται και εντέλει αποδυναμώνονται εν τη γενέσει τους, από την ίδια την πρακτική στην οποία παγιδεύεται η Ελληνική κυβέρνηση. Και ο λόγος είναι απλός…

Δεν μπορεί από την μία μεριά η Ελληνική κυβέρνηση 
να προσπαθεί να επενδύσει σε μια επίπλαστη εικόνα της δήθεν αποφασισμένης, που διαβεβαιώνει τον λαό της ότι το μοναδικό πράγμα που είναι διατεθειμένη να συζητήσει είναι την ΜΙΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ διαφορά (Υφαλοκρηπίδα) και την ίδια στιγμή  να κλείνει το μάτι στον τούρκικο επεκτατισμό αρνούμενη να ασκήσει ΠΛΗΡΩΣ τα λοιπά κυριαρχικά δικαιώματα που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο και τα συμπεφωνηθέντα.

  • Τι νόημα έχει να δηλώνεις πως η Υφαλοκρηπίδα είναι η ΜΙΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ σου διαφορά με την Τουρκία, όταν αρνείσαι να επεκτείνεις τα χωρικά σου ύδατα στα 12 νμ εκπέμποντας έτσι το λάθος μήνυμα σε όλους, που καταδεικνύει ότι εμμέσως αναγνωρίζεις και ΔΕΥΤΕΡΗ διαφορά…
  • Τι νόημα έχει να μιλάς για ΜΙΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ διαφορά όταν αρνείσαι να οριοθετήσεις ΑΟΖ με την Κύπρο εκπέμποντας ΚΑΙ έτσι το λάθος μήνυμα σε όλους, που καταδεικνύει ότι εμμέσως αναγνωρίζεις και ΤΡΙΤΗ διαφορά…
  • Τι νόημα έχει να μιλάς για ΜΙΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ διαφορά όταν στο αίτημα της Τουρκίας για αποστρατιωτικοποίηση των νήσων δεν απαντάς με ένα πρόγραμμα εκσυγχρονισμού της δυναμικής τους οχύρωσης, εκπέμποντας ακόμη ΚΑΙ έτσι το λάθος μήνυμα σε όλους, που καταδεικνύει ότι εμμέσως αναγνωρίζεις και ΤΕΤΑΡΤΗ διαφορά…
  • Δεν είναι δυνατόν η Τουρκία να θέτει την Θράκη στην λίστα με τις διμερείς διαφορές κι εσύ να μην απαντάς με επιθετική ενίσχυση της εθνικής σου κυριαρχίας, διπλωματικά, πολιτισμικά, εκπαιδευτικά και διοικητικά…
  • Δεν είναι δυνατόν η Τουρκία να θέτει ζητήματα σεβασμού μειονοτήτων στην χώρα κι εσύ να μην απαντάς επιθετικά θέτοντας ως ΔΕΥΤΕΡΗ και ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ διαφορά τον πλήρη σεβασμό των προβλεπομένων της Λωζάνης ΚΑΙ στην Ιμβρο… ΚΑΙ στην Τένεδο… ΚΑΙ στην Πόλη… ΚΑΙ στην Μ. Ασία συνολικά…

Εν ολίγοις… διάλογος για την ΜΙΑ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ διαφορά με την Τουρκία, σημαίνει και κυρίως προϋποθέτει, πως η Ελλάδα ΔΙΕΚΔΙΚΕΙ και ΕΠΙΒΑΛΕΙ τον πρωταγωνιστικό της ρόλο σε αυτόν τον διάλογο, ασκώντας ΠΛΗΡΗ και ΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΗ Εθνική κυριαρχία σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα τα οποία επιχειρεί να ενσωματώσει η Τουρκία στην ατζέντα με τις διμερείς διαφορές.

Χωρίς την άσκηση αυτών των δικαιωμάτων ως αδιαπραγμάτευτο προαπαιτούμενο,
 κάθε συζήτηση για διάλογο ισοδυναμεί με προάγγελο για καινούριες εθνικές μειοδοσίες…

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης