Του Δρ. Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη
από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ
Βουλευτή Ροδόπης ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Επίκουρου Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Θράκης
Μετά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο διαμορφώθηκε η βασική Αρχή του διεθνούς δικαίου οι μειονότητες να προστατεύονται, αφού αναγνωριστούν και προσδιοριστούν από τις διεθνείς, διμερείς ή πολυμερείς, συνθήκες.
Το πλαίσιο αυτό μετεξελίχθηκε και συμπληρώθηκε μετά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο με την διεθνή Σύμβαση για την αναγνώριση του δικαιώματος Ατομικού Αυτοπροσδιορισμού, την οποία κύρωσε η Ελλάδα ενσωματώνοντας την στο εσωτερικό της δίκαιο, κάτι που δεν αποδέχθηκε ποτέ η Τουρκία, φοβούμενη ίσως τις πολλές διαφορετικές μειονότητες που διαβιούν στην δική της επικράτεια.
Το σύγχρονο διεθνές δίκαιο ποτέ δεν αναγνώρισε το δικαίωμα του «Εκ των υστέρων Συλλογικού Επαναπροσδιορισμού των μειονοτήτων», διότι κάτι τέτοιο θα κινητροδοτούσε την έξαρση αλυτρωτισμών, εθνικισμών και αναθεωρητισμών, αμφισβητώντας τις διεθνείς συνθήκες παντού στο σύνολο τους, υπονομεύοντας τη διεθνή ειρήνη και σταθερότητα και εργαλειοποιώντας ίσως τις μειονότητες με στόχο την εξυπηρέτηση ακραιών εθνικιστικών παιχνιδιών που υποκινούνται συνήθως από κρατικά ή άλλα κέντρα.
Η Μειονότητα στη Θράκη προσδιορίστηκε από την πολυμερή Συνθήκη της Λοζάνης ως «Θρησκευτική» και χαρακτηρίστηκε ως «Μουσουλμανική» μετά από πρόταση του Κεμαλικού Τουρκικού Κράτους, το οποίο την υπέγραψε και την επικύρωσε, για δύο λόγους:
Η στρατηγική του Κεμάλ ήταν να μείνει βέβαια καταρχήν μακριά από τους θρησκευόμενους, να θέσει όμως παράλληλα τις βάσεις, ώστε μέσω της θρησκείας και αργότερα της γλώσσας (ιδιαίτερα μετά τις εκπαιδευτικές συμφωνίες Ελλάδας -Τουρκίας τις δεκαετίες 1950 και 1960) η νέα Τουρκία να επιδιώξει την ομογενοποίηση- τουρκοποίηση των άλλων ομάδων της μειονότητας.
Αυτή την πολιτική επιδίωξε με τις κατάλληλες προσαρμογές να αναβιώσει ο Τ. Ερντογαν ακολουθώντας τις υποδείξεις του «Στρατηγικού Βάθους», όπως το περιγράφει ο Α. Νταβούτογλου στο ομώνυμο σύγγραμμα του, όταν ομιλεί για αξιοποίηση και εργαλειοποίηση των μουσουλμανικών πληθυσμών των Βαλκανίων και της ΕΕ από την Τουρκία.
Η Ελλάδα επιδίωξε με επιτυχία να δημιουργήσει μια Πρότυπη Ανοιχτή Δημοκρατική Κοινωνία στη Θράκη, με απόλυτο σεβασμό στα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, με κορυφαίο μάλιστα αυτό της θρησκευτικής ελευθερίας.
Ενσωμάτωσε στο οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο της τη θρησκευτική παράδοση των μουσουλμάνων, αναγνωρίζοντας τις δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του Μουφτή ως Ιεροδίκη-Δημόσια Αρχή. Προϋπόθεση γι’αυτο είναι να το επιλέγουν ελεύθερα οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι και οι αποφάσεις του Μουφτή να μη συγκρούονται με το Σύνταγμα, τους Νόμους ή τις αρχές του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Το σύστημα αυτής της Ελευθερίας Επιλογής του μειονοτικού Έλληνα Ευρωπαίου πολίτη, το οποίο στρεβλά κάποιοι ταυτίζουν με τη ΣΑΡΙΑ του φανατικού Ισλάμ, λειτούργησε όλα τα προηγούμενα χρόνια παιδευτικά, συμβάλλοντας στην ενσωμάτωση της μειονότητας στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα και όχι στην αφομοίωση της ταυτότητας της.
Το αίσθημα ελευθερίας και αλληλοσεβασμού που αναπτύχθηκε είναι και ο λόγος που ποτέ στη Θράκη δεν μπόρεσε, παρά τις συστηματικές προσπάθειες του, να βρει χώρο ο ακραίος Ισλαμικός Φονταμενταλισμός τύπου ISIS. Η φιλήσυχη Μουσουλμανική Μειονότητα με την σύγχρονη Ελληνοευρωπαϊκή της ταυτότητα έκλεισε συχνά την πόρτα στα μούτρα των στρατολόγων του διεθνούς φονταμενταλισμού και της τρομοκρατίας κι αυτό αποτελεί την πιο πειστική απάντηση της σύγχρονης Ελληνικής Δημοκρατίας. Ό,τι μικροεντάσεις κατά καιρούς δημιουργήθηκαν, περισσότερο τις προκάλεσε η απόπειρα κέντρων του τουρκικού εθνικισμού που επιδίωξαν να εργαλειοποιήσουν κατά καιρούς την Μουσουλμανική Μειονότητα.
Αυτή η ιστορική αναδρομή εξηγεί το γιατί η Τουρκική πολιτική σήμερα, επιδιώκει τον εκ των υστέρων επαναπροσδιορισμό του χαρακτήρα της μειονότητας σε «Εθνική Τουρκική Μειονότητα»αποσκοπώντας στην εργαλειοποίηση της, όπως έπραξε με τους μετανάστες πριν ένα χρόνο στον Έβρο και όπως πράττει και με τα τουρκοκίνητα μουσουλμανικά Κόμματα και Οργανώσεις σε όλη την ΕΕ και στα Βαλκάνια.
Η Τουρκία κρύβεται πίσω από την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την «Τουρκική Ένωση Ξάνθης», την οποία δυστυχώς κατά τη γνώμη μου δεν υπερασπίστηκε επαρκώς και με σύχρονα επιχειρήματα η Ελληνική πλευρά, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί η Ελλάδα, διότι «δεν σέβεται στην πράξη το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι».
Επί της ουσίας όμως ο λόγος που οδηγεί την Ελληνική Δικαιοσύνη να απαγορεύσει τη λειτουργία του συγκεκριμένου σωματείου δεν είναι η εφαρμογή του ως άνω δικαιώματος, αλλά η σοβαρή επιφύλαξη για τη χρήση του εθνοτικού επιθετικού προσδιορισμού «Τουρκική», επειδή αυτός έρχεται σε αντίθεση με τη Συνθήκη της Λοζάνης και κυρίως επειδή μπορεί να χρησιμοποιηθεί έμμεσα προκειμένου να επιχειρηθεί παρανόμως ο «Συλλογικός Επαναπροσδιορισμός της φυσιογνωμίας της μειονότητας».
Στόχος της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής είναι «η τουρκοποίηση-αφομοίωση»(κατά παράβαση του δικαιώματος ατομικού αυτοπροσδιορισμού) των άλλων εθνοτικών, γλωσσικών, θρησκευτικών και πολιτισμικών υποομάδων που βάση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτωντου Ανθρώπου, έχουν τα μέλη τους το δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζονται ατομικά, όπως αισθάνονται και συχνά πιέζονται από ξένους μηχανισμούς για να μην το ασκούν. Εχουν οι ίδιοι οι Ρομά, οι Πομάκοι και θρησκευτικές υποομάδες της Μουσουλμανικής Μειονότητας καταγγείλει κάτι τέτοιο στον ΟΗΕ και σε άλλους Διεθνεις Οργανισμούς.
Αυτή τη δεύτερη και σημαντικότατη διάσταση που αποτελεί πρόσφατη εξέλιξη του διεθνούς δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καθιστά ανεπίκαιρη και ξεπερασμένη την ανωτέρω απόφαση του ΕΔΔΑ σχετικά την προστασία των «Μειονοτήτων εντός της Μειονότητας», δυστυχώς δεν την ανέδειξε μέχρι σήμερα πειστικά και με πληρότητα διεθνώς η Ελληνική πλευρά, με συνέπεια η Τουρκία να επιχειρεί σε κάθε ευκαιρία την εργαλειοποίηση της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη. Κεντρική της επιδίωξη είναι ο εκ των υστέρων συλλογικός επαναπροσδιορισμός της μειονότητας σε «Εθνική Τουρκική Μειονότητα», διότι κάτι τέτοιο αν ήταν εφικτό θα μετέβαλε πλήρως τη νομική βάση των διεκδικήσεων της Τουρκίας επιδιώκοντας «Καθεστώς Συνδιοίκησης στη Θράκη».
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η ο Πρόεδρος Ερντογάν και πολύ περισσότερο ο Υπουργός των Εξωτερικών Α.Τσαβούσογλου επαναφέρουν συνεχώς και επιθετικά το θέμα κάθε φορά, όταν χρειάζεται να συζητήσουν με την Ελλάδα σημαντικά Ελληνοτουρκικά ζητήματα, όπως πχ ο καθορισμός της Υφαλοκρυπίδας και της ΑΟΖ. Επίσης δεν είναι καθόλου σύμπτωση, ότι την ίδια στιγμή Οργανώσεις Μειονοτικών που έχουν έδρα στο Εξωτερικό και κατευθύνονται από το Τουρκικό ΥΠΕΞ, δεν διστάζουν να καταγγέλουν την Ελλάδα στους διεθνείς Οργανισμούς με τα ίδια επιχειρήματα που χρησιμοποιεί η επίσημη Τουρκική διπλωματία.
Είναι βέβαιο ότι εισερχόμαστε σε μια νέα ιστορική περίοδο, όπου όλα μετεξελίσσονται, αντιλήψεις, συσχετισμοί δύναμης ακόμα και το ίδιο το δίκαιο. Έχει λοιπόν σημασία για την Ελλάδα:
Η Θράκη είναι ένα εξαιρετικό σχολείο ελευθερίας και αλληλοσεβασμού για την παγκόσμια κοινότητα και μια «Μήτρα» που μπορεί να επιδράσει θετικά στην εξέλιξη του διεθνούς δικαίου ιδιαίτερα δε της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και στην μετεξέλιξη της Νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δείχνοντας το δρόμο σε ολόκληρη την Ευρώπη.