Υποστηριξε το militaire
ΠΝ
12/12/2018 | 10:35
Militaire News

Οι “ξεχασμένοι” Ήρωες του Πολεμικού Ναυτικού

Οι

Άρθρο του Παν. Σταμάτη*
Πρόσφατα παραβρέθηκα σε κατάθεση στεφάνου στη προτομή του Μ. Ιατρίδη Πλοιάρχου ΠΝ και ανέτρεξε η μνήμη μου και σε άλλους ήρωες αξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού που δεν τους απένειμε η πατρίδα ευγνωμονούσα τον καταληκτικό βαθμό που τους άξιζε (Αντιναυάρχου-Υποναυάρχου) και τις ανάλογες ηθικές αμοιβές.
Η σειρά που έχει επιλεγεί για να θυμηθούμε τις ηρωικές πράξεις των, είναι τυχαία καθώς δεν ήταν κάποιος λιγότερος ή περισσότερος ήρωας από τους άλλους.
Ο Μίλτων (Μιλτιάδης) Ιατρίδης γεννιέται το 1906 στο Σοφικό Κορινθίας. Ο πατέρας του, Πυργιώτης στην καταγωγή, ήταν επιθεωρητής μέσης εκπαίδευσης. Ο μικρός Μιλτιάδης ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές του το 1921 και μπήκε αμέσως στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Από κει αποφοίτησε στις 26 Ιανουαρίου 1926 ως σημαιοφόρος, όταν και θα ξεκινούσε η μακρά εμπλοκή του με τα υποβρύχια, καθώς για τα επόμενα 13 χρόνια, μέχρι και τις 10 Φεβρουαρίου 1939 δηλαδή, που προβιβάστηκε στον βαθμό του πλωτάρχη και ανέλαβε κυβερνήτης του «Υ/Β Παπανικολής» («Υ-2»).
Η μοιραία συνάντηση είχε γίνει και το σκηνικό είχε στηθεί για μια από τις πλέον ιδιαίτερες και μοναχικές πορείες προς τη δόξα των αθανάτων. Ο μεγάλος αυτός άντρας του Πολεμικού μας Ναυτικού άνοιξε την πόρτα της Ιστορίας όταν του τη χτύπησε η ανάγκη και προέταξε το συμφέρον της πατρίδας δίνοντας ό,τι είχε και δεν είχε για τη γαλανόλευκη σημαία. Τα πλήγματά του στον ιταλικό στόλο, πέρα από την αδιαμφισβήτητη στρατιωτική τους σημασία, ενείχαν μεγάλο συμβολικό ρόλο για την πολεμική προσπάθεια του έθνους, που νίκησε τελικά τους Ιταλούς σε πείσμα των προγνωστικών.
Ποιος να ξεχάσει εκείνα τα Χριστούγεννα του 1940 όταν επιτέθηκε μόνος σε μεγάλη ιταλική νηοπομπή στην Αδριατική και βύθισε στα Στενά του Οτράντο δύο οπλιταγωγά που μετέφεραν πολεμικό υλικό στα παράλια της Αλβανίας για να ενισχυθούν οι ιταλικές δυνάμεις που πολεμούσαν στα βουνά;
Για το σπουδαίο κατόρθωμά του, ο κυβερνήτης Ιατρίδης προβιβάστηκε άμεσα σε αντιπλοίαρχο επ’ ανδραγαθία και του απονεμήθηκε το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας στις 30 Δεκεμβρίου 1940. Ο Ιατρίδης διετέλεσε διοικητής Αρχιπελάγους (1944-1945), διοικητής Στολίσκου Βορείου Αιγαίου (1947) και διοικητής της Ναυτικής Ακαδημίας (1948). Αποστρατεύτηκε στις 29 Δεκεμβρίου 1952 ως πλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού.
Η μοίρα έμελλε ωστόσο να δείξει το σκληρό της πρόσωπο στον πλοίαρχο, ο οποίος σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα στους Αγίους Θεοδώρους Κορινθίας στις 18 Φεβρουαρίου 1960, όντας μόλις 54 ετών. Ο άνθρωπος που έγραψε μια από τις πιο ηρωικές σελίδες στην ιστορία του Ελληνο-Ιταλικού Πολέμου του 1940 δεν ήταν πια στη ζωή, ο άθλος του έμελλε όμως να μακροημερεύσει.
Ο Γεώργιος Μπλέσσας ήταν αριστοκρατικής καταγωγής αξιωματικός του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού. Έπεσε μαχόμενος κατά τη βύθιση από τη γερμανική αεροπορία του αντιτορπιλικού Βασίλισσα Όλγα D-15, του οποίου ήταν κυβερνήτης, στο Λακκί της Λέρου στις 26 Σεπτεμβρίου του 1943.  Γεννήθηκε στο Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς την Πρωτοχρονιά του 1905 και σε ηλικία 12 ετών ενεγράφη στην Ιόνιο Σχολή Αθηνών. Το 1919 εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, από την οποία αποφοίτησε το 1923 ως μάχιμος σημαιοφόρος. Με αυτόν το βαθμό υπηρέτησε, μεταξύ άλλων, στα θωρηκτά «Κιλκίς», «Λήμνος» και «Γεώργιος Αβέρωφ», καθώς και στο εύδρομο «Έλλη».
Το 1926 προήχθη σε ανθυποπλοίαρχο και το 1931 σε υποπλοίαρχο. Διετέλεσε κυβερνήτης στα υποβρύχια «Νηρεύς», «Παπανικολής» και «Τρίτων». Το 1935 προήχθη σε πλωτάρχη και υπηρέτησε στο τορπιλοβόλο «Πέργαμος» και στο αντιτορπιλικό «Ύδρα».
Όταν κηρύχθηκε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, ο Γεώργιος Μπλέσσας ήταν κυβερνήτης του τορπιλοβόλου «Κυδωνίαι». Στις 10 Απριλίου 1941 ανέλαβε καθήκοντα κυβερνήτη του τορπιλοβόλου «Ασπίς», με το οποίο, μετά την κατάρρευση του μετώπου, απέπλευσε προς την Αλεξάνδρεια.
Στις 15 Οκτωβρίου 1941 ανέλαβε καθήκοντα κυβερνήτη του αντιτορπιλικού «Σπέτσαι» και στις 28 Αυγούστου 1942 καθήκοντα κυβερνήτη του αντιτορπιλικού «Βασίλισσα Όλγα».
Μετά την κατάληψη της Ελλάδας το «Βασίλισσα Όλγα» διέφυγε στη Μέση Ανατολή. Μεταξύ Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του 1941 πραγματοποίησε μετασκευή στην Καλκούτα. Επανήλθε στη Μεσόγειο το Φεβρουάριο του 1942 και έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Τομπρούκ, ενταγμένο σε βρετανική μοίρα, με κυβερνήτη τον πλωτάρχη Γεώργιο Μπλέσσα.
Ακολούθως, σε συνεργασία με βρετανικά πολεμικά σκάφη, το «Βασίλισσα Όλγα» προέβη στη βύθιση ικανού αριθμού ιταλικών πολεμικών σκαφών και εμπορικών πλοίων, ενώ έλαβε μέρος στην επιχείρηση αποβάσεως των Συμμάχων στη Σικελία.
Τελικά, στις 26 Σεπτεμβρίου 1943, το «Βασίλισσα Όλγα», ενώ ήταν αγκυροβολημένο στον όρμο του Λακκίου, βυθίστηκε συνεπεία γερμανικής αεροπορικής επιδρομής, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους ο κυβερνήτης, έξι αξιωματικοί και εξήντα πέντε υπαξιωματικοί και ναύτες.
Στον Γεώργιο Μπλέσσα απονεμήθηκαν δύο φορές ο Πολεμικός Σταυρός Γ’ Τάξεως και το βρετανικό παράσημο του Τάγματος Διακεκριμένης Υπηρεσίας, καθώς και το Αργυρό Μετάλλιο Ανδρείας.
Ο Γεώργιος Μπλέσσας προήχθη μετά θάνατον σε αντιπλοίαρχο και τιμήθηκε με το Αριστείο Ανδρείας και το βρετανικό Πολεμικό Σταυρό.
Προτομή του αντιπλοιάρχου Γεωργίου Μπλέσσα βρίσκεται τοποθετημένη στο λιμένα της γενέτειράς του, μπροστά στο Λιμεναρχείο.
Ο Νικόλαος Ρουσσέν ήταν αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, που διακρίθηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σκοτώθηκε από ελληνικό χέρι κατά τη διάρκεια του φιλοεαμικού κινήματος στη Μέση Ανατολή.
Γεννήθηκε στις 25 Απριλίου 1913 και ήταν γιος του ναυάρχου Περικλή Ρουσσέν. Ακολουθώντας τα πατρικά βήματα εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1929 και αποφοίτησε το 1933 λαμβάνοντας τον βαθμό του σημαιοφόρου. Το 1936 ανέλαβε τη διοίκηση του τορπιλοβόλου «Δωρίς» και τον επόμενο χρόνο προήχθη σε ανθυποπλοίαρχο και εισήλθε στη Σχολή Υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού.
Κατά τη διάρκεια του Ελληνικό-Ιταλικού  Πολέμου υπηρέτησε στο υποβρύχιο «Κατσώνης», το οποίο εκτελούσε πολεμικές περιπολίες στην Αδριατική και τον Δεκέμβριο του 1940 προήχθη στο βαθμό του υποπλοιάρχου. Μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, ο εναπομείνας ελληνικός στόλος διέφυγε στη Μέση Ανατολή. Ο Νικόλαος Ρουσσέν υπηρέτησε αρχικά στο θωρηκτό «Αβέρωφ» και στη συνέχεια επέστρεψε στο «Κατσώνης».
Στις 10 Οκτωβρίου 1942 ανέλαβε κυβερνήτης του υποβρυχίου «Παπανικολής», με το οποίο ανέλαβε πολεμικές περιπολίες στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο Πέλαγος. Στις επιτυχίες του περιλαμβάνονται οι βυθίσεις εχθρικού φορτηγού πλοίου, χωρητικότητας 8.000 τόνων, στην περιοχή των Δωδεκανήσων (30 Νοεμβρίου 1942), ιταλικού μεταγωγικού έξω από τη Ρόδο (16 Μαρτίου 1943) και ιταλικού σκάφους στην περιοχή Ηρακλείου Κρήτης (8 Μαΐου 1943).
Μετά την έκρηξη του φιλοεαμικού κινήματος στη Μέση Ανατολή και την κατάληψη σκαφών του ελληνικού στόλου από τα πληρώματά τους, ο Ρουσσέν τάχθηκε στο πλευρό της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης. Στις 22 Απριλίου 1944, στην προσπάθειά του να ανακαταλάβει την κορβέτα «Αποστόλης», τραυματίστηκε θανάσιμα στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας.
Ο Νικόλαος Ρουσέν τιμήθηκε με πλήθος διακρίσεων, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας του, όσο και μεταθανάτια. Το 1958 δόθηκε το όνομά του σε οχηματαγωγό του Πολεμικού Ναυτικού («Υποπλοίαρχος Ρουσέν», L-164), το οποίο παρέμεινε σε υπηρεσία μέχρι το 2001 και το 2005 σε πυραυλάκατο («ΤΠΚ Ρουσσέν», Ρ-67), που παραμένει ενεργή. Ο Βασίλης Λάσκος γεννήθηκε στη Μάνδρα Ελευσίνας το 1899 και σκοτώθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 ανοιχτά της Σκιάθου όταν βυθίστηκε το Υποβρύχιο «Κατσώνης» του οποίου ήταν Κυβερνήτης. Εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών δοκίμων το 1915 και αποφοίτησε το 1920. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας υπηρέτησε στα θωρηκτά «Ύδρα», «Λήμνος» και «Αβέρωφ», συμμετείχε επίσης στο Ναυτικό Άγημα της Σμύρνης. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή συμπαρατάχθηκε με το κίνημα των Πλαστήρα-Γονατά. Αργότερα, διετέλεσε υπασπιστής του δικτάτορα στρατηγού Πάγκαλου. Όταν το 1926 εκδηλώθηκε το κίνημα του Κονδύλη για την ανατροπή του Πάγκαλου, ο Λάσκος ανέλαβε τη διακυβέρνηση του τορπιλοβόλου «Πέργαμος» και διηύθυνε την αποτυχημένη προσπάθεια διαφυγής του δικτάτορα, ο οποίος τελικά συνελήφθη πάνω σε αυτό από τους κινηματίες. Τον Μάρτιο του 1935 συμμετείχε στο Κίνημα του Βενιζέλου. Μετά την αποτυχία του επιβιβάστηκε μαζί με τον Βενιζέλο στο θωρηκτό «Αβέρωφ» και μέσω Δωδεκανήσων κατέφυγε στη Νεάπολη της Ιταλίας. Τον Μάιο του 1935 καταδικάστηκε ερήμην από το Έκτακτο Στρατοδικείο Ναυστάθμου σε θάνατο και στρατιωτική καθαίρεση. Αργότερα, όταν δόθηκε αμνηστία, επέστρεψε στην Ελλάδα. Ξεκίνησε να δουλεύει για την εταιρία του Μποδοσάκη στην Ελευσίνα, όπως παλιότερα και ο πατέρας του και τελικά, γύρω στο 1939, νοσταλγώντας πάντα τη ζωή στη θάλασσα και την περιπέτεια, ανέλαβε πλοίαρχος σε εμπορικά πλοία.
Το 1940 το πλοίο Ιωάννα, το οποίο κυβερνούσε, βυθίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο ανοιχτά της Ισπανίας. Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε πλοίαρχος σε μεταγωγικά. Μετά την Γερμανική εισβολή διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου επανεντάχθηκε στο Ναυτικό με τον βαθμό του αντιπλοιάρχου και με δική του επιμονή ανέλαβε Κυβερνήτης του παμπάλαιου υποβρύχιου «Κατσώνης», μόλις τελείωσε η επισκευή του οποίου βυθίστηκε, αλλά χάρη στο πείσμα και στην επιμονή του Λάσκου ανελκύσθηκε, επισκευάστηκε και εκσυγχρονίσθηκε από τους Άγγλους. Στην συνέχεια το υποβρύχιο «Κατσώνης» ανέλαβε αποστολές στα Ελληνικά νερά όπου χάρη στις παράτολμες ενέργειες του Λάσκου είχε σημαντικές επιτυχίες. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1943, κατά τη διάρκεια αναζήτησης εχθρικής νηοπομπής ενεπλάκη με γερμανικό καταδιωκτικό υποβρυχίων και μετά από δίωρη καταδίωξη εξαναγκάσθηκε σε ανάδυση. Μετά από σφοδρή ανταλλαγή πυρών εμβολίστηκε από το διώκτη του, με αποτέλεσμα να βυθιστεί βόρεια της Σκιάθου.
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρω και άλλους ήρωες όπως οι: ο Κρυσταλλίδης, ο Μπάτσης, ο Γρηγορόπουλος και άλλοι πολλοί που μπορεί να τους βρεί εύκολα ο ΥΕΘΑ από τα ιστορικά αρχεία της Ι.Υ.Ν. και να προταθούν και αυτοί για τις ανάλογες ηθικές αμοιβές και προαγωγές.
Μια ενδεικτική περίπτωση που αποδόθηκαν τα οφειλόμενα από την πατρίδα έστω και πολύ αργότερα είναι και ο Ὑποπλοίαρχος Τσομάκης Ἐλευθέριος, ο πρώτος Αξιωματικός του Π.Ν. προερχόμενος από την Σ.Ν.Δ. μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος έδωσε την ζωή του μαχόμενος κατά εχθρού, σε έναν άνισο και εκ προοιμίου χαμένο αγώνα, πιστός στον όρκο τους προς την Πατρίδα και τις παραδόσεις του Ναυτικού μας.
Μαζί του έπεσαν και τα υπόλοιπα οκτώ από τα εννέα μέλη του πληρώματος της Τ3. 
Η θυσία τους ελάχιστα έχει γίνει γνωστή στο πανελλήνιο. Η Πατρίδα μετά τον θάνατό του απένειμε μόνο τον επόμενο βαθμό του Πλωτάρχου και καμία τιμητική διάκριση και μόλις το 2009 τον βαθμό του Αντιναυάρχου.
Πρόσφατα ο ΥΕΘΑ Π. Καμμένος απένειμε επι τιμή βαθμούς, με βάση το νόμο 3883/2010, άρθρο 39, ο οποίος προβλέπει ότι «με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από γνώμη του ΣΑΓΕ και πρόταση του υπουργού Εθνικής Άμυνας, δύναται να απονέμεται ιδιότητα έφεδρου αξιωματικού και βαθμός ταξίαρχου ή υποστρατήγου επί τιμή σε πρόσωπα υψηλού κύρους, Έλληνες πολίτες, άνδρες και γυναίκες, σε αναγνώριση υπηρεσιών τους προς τις Ένοπλες Δυνάμεις».
Θα πρέπει λοιπόν να δείξουμε έμπρακτα την ευγνωμοσύνη μας σε όλους τους ανωτέρω ήρωες αξιωματικούς καθώς και σε εκείνους που από παράλειψη μου δεν μνημόνευσα και να τους προαγάγουμε επί τιμή, μετά θάνατον, είτε με το ανωτέρω άρθρο είτε με το άρθρο 26 παρ. 13 γ και δ του ιδίου νόμου.
* Ο Παναγιώτης Δ. Σταμάτης είναι συγγραφέας και αξιωματικός ΠΝ.

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης