Άρθρο του Χρήστου Καπούτση
Έντονη είναι η παράνομη παρουσία της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς ερευνητικά πλοία, πλωτά γεωτρύπανα και πλοία του Τουρκικού Στόλου, είναι σε πλήρη και συντονισμένη δραστηριότητα στην ΑΟΖ της Κύπρου.
Και τέταρτο τουρκικό πλοίο το «Ορούτς Ρέις» είναι καθοδόν για την ανατολική Μεσόγειο, όπου ήδη δραστηριοποιούνται το «Φατίχ», το «Γιαβούζ» και το «Μπαρμπαρός», σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών της γειτονικής χώρας Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που ενημέρωσε σχετικά την Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Λίγες μέρες νωρίτερα, από τη φρεγάτα «Gemliki», η οποία συνοδεύει το γεωτρύπανο Yavuz που βρίσκεται ανοιχτά της Καρπασίας, ο Υπουργός Άμυνας της Τουρκίας Χουλ. Ακάρ, διαμήνυσε, πως δεν πρόκειται η Τουρκία να κάνει πίσω στο θέμα του φυσικού αερίου. «Δεν θα επιτρέψουμε με τετελεσμένα να καταπατηθούν τα δικαιώματα της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων. Πρέπει να καταλάβουν καλά την αποφασιστικότητα αλλά και την θέληση μας», ανέφερε ο Τούρκος υπουργός Άμυνας. Σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ, σχεδιάζονται άμεσα υποθαλάσσιες έρευνες στην περιοχή μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου και μάλιστα, σε περιοχές εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Επιπλέον, απαντώντας στις «κυρώσεις» της Ε.Ε. και στις προειδοποιήσεις του Στεητ Ντιπάρτμεντ, να σταματήσει η Τουρκία τις παράνομες δραστηριότητες στην Αν. Μεσόγειο, ο πρόεδρος της Τουρκίας Τ. Ερντογάν, στο πλαίσιο της κοινής συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε μαζί με τον «πρωθυπουργό» του ψευδοκράτους Ερσίν Τατάρ, αμέσως μετά την λήξη της συνάντησης τους στην Άγκυρα, δήλωσε: «Δεν μπορεί να υλοποιηθεί κανένα έργο στην Ανατολική Μεσόγειο που να αγνοεί την Τουρκία ή την Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου». Και αναφερόμενος στο ψευδοκράτος πρόσθεσε, «αν κάποιοι δεν έχουν παραδειγματιστεί από τα όσα έχουν συμβεί στο παρελθόν, θα ήθελα να γίνει γνωστό ότι δεν θα διστάσουμε να τους δώσουμε τις αναγκαίες απαντήσεις».
Η διεθνής πρακτική, αλλά και η μελέτη της ιστορίας των διακρατικών συγκρούσεων, δίνει σαφή απάντηση στο καίριο ερώτημα, ποια πρέπει να είναι η αντίδραση ενός κράτους, όταν απειλούνται ή αμφισβητούνται ή πολύ περισσότερο, όταν θίγονται βαναύσως κυριαρχικά (υπαρξιακά) του δικαιώματα. Η απάντηση, διαχρονικής αξίας, είναι απλή: «Ο ισχυρός προχωρά όσο του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του» (Θουκυδίδης).
Η Τουρκία, δεν είναι «θεωρητικά» και εν δυνάμει αντίπαλος του Ελληνισμού. Η Τουρκία απειλεί ευθέως και με την απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας και το ελλαδικό κράτος, αλλά και την Κύπρο, που ο διεθνής παραστάτης της, είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, μέχρι να λυθεί οριστικά, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, το Κυπριακό.
Ασφαλώς και δεν αποτελούν, «θεωρητικό» κατασκεύασμα των ελλήνων και ελληνοκυπρίων εθνικιστών, πολεμοκάπηλων και «τουρκοφάγων», κατά την εμετική προπαγάνδα κύκλων του προσοδοφόρου εθνομηδενισμού ή των ιδεοληπτικών της ελληνοτουρκικής φιλίας των λαών, αλλά οφθαλμοφανή, ψηλαφητή, αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, τα εξής:
Τα παραπάνω, δεν ανήκουν στη σφαίρα του «φαντασιακού», αλλά αποτελούν ρεαλιστική πολιτική και στρατιωτικό-διπλωματική πραγματικότητα.
Επομένως, ευλόγως εγείρεται το ερώτημα, ποια είναι η Ελληνική πολιτική, ποια είναι τα Στρατηγικά σχέδια της νέας ελληνικής Κυβέρνησης, προκειμένου να αναχαιτίσει την θανάσιμη τουρκική απειλή;
Η Κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη, ακολουθεί κατά γράμμα την πολιτική της Κυβέρνησης του Α. Τσίπρα, στα ελληνοτουρκικά. Και πιο συγκεκριμένα:
α. Αποφυγή πιθανού ατυχήματος στο Αιγαίο, κατά την διαδικασία των αναχαιτίσεων, των τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών που παραβιάζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο, διότι θα είχαμε εκτός ελέγχου στρατιωτική κλιμάκωση. Σωστή καταρχήν επιλογή, αρκεί όμως, να μην αποθρασύνει τους τούρκους πιλότους.
β. Ατέρμονες συζητήσεις, για ήσσονος σημασίας, κυρίως για διαδικαστικά θέματα ή αποφάσεις για δευτερεύουσας σημασίας θέματα, όπως αυτά που περιλαμβάνονται στα ΜΟΕ. Περίεργη, τουλάχιστον, εμμονή της Ελλάδας, να στηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, παρότι το σύστημα εξουσίας του Τ. Ερντογάν, δεν φαίνεται να επιθυμεί διακαώς να ενταχθεί στην Ε.Ε., αντιθέτως…
γ. Επίδειξη «Στρατηγικής ψυχραιμίας», στις σοβαρές και ιταμές τουρκικές προκλήσεις, ακόμη και αυτές που αφορούν, προσβολή εθνικών κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Μια πολιτική επιλογή των Ελληνικών Κυβερνήσεων, που αποδεδειγμένα ενθαρρύνει και ενισχύει την τουρκική παραβατική συμπεριφορά και την αδιαλλαξία των γειτόνων και συμμάχων μας, αφού εκλαμβάνεται ως αδυναμίας υπεράσπισης της ελληνικής κυριαρχίας.
δ. Ανοχή στην πεισματική άρνηση της Τουρκίας, να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία ως κρατική οντότητα και επομένως, να αποδεχτεί ότι έχει αδιαμφισβήτητα κυριαρχικά δικαιώματα. Οι ελληνικές Κυβερνήσεις επιμένουν στην γελοιότητα «η Λευκωσία αποφασίζει και η Αθήνα συμπαρίσταται», που σημαίνει ότι η Μητρόπολης του Ελληνισμού αποποιείται των ευθυνών της, προς ένα δυναμικό τμήμα της, τον κυπριακό ελληνισμό!
ε. Αθήνα και Λευκωσία (οι Κυβερνήσεις Α. Τσίπρα, Κυρ. Μητσοτάκη και Ν. Αναστασιάδη), αποφάσισαν την διεθνοποίηση των προκλήσεων της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Κυπριακή ΑΟΖ. Η απόφαση αυτή έχει δύο άξονες. Πρώτον, σημαίνει διπλωματική και στρατιωτική αδυναμία Ελλάδας και Κύπρου, να αντιμετωπίσουν από κοινού την τουρκική παραβατική συμπεριφορά, που εκδηλώνεται και με την απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας. Και Δεύτερον, εκχώρηση της υπεράσπισης ελλαδικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ!!! Η συμπεριφορά αυτή, αποτελεί τον ορισμό κρατών μειωμένης Εθνικής Ανεξαρτησίας με πολυτραυματισμένο διεθνές κύρος. ‘Άλλωστε, η σχετικά ήπια αντίδραση της Ε.Ε. στην τουρκική παραβατική συμπεριφορά στην κυπριακή ΑΟΖ, μαρτυρά ότι η επιλογή αυτή έχει πολλά τρωτά σημεία. Όπως και η κυβέρνηση Α. Τσίπρα, έτσι και η Κυβέρνηση Κυρ. Μητσοτάκη, έχουν αναλώσει το διπλωματικό τους κεφάλαιο, να αναβαθμίσουν τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Παρέχουν στρατιωτικές διευκολύνσεις που αγγίζουν τα όρια της υποτέλειας στις αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η αεροναυτική βάση της Σούδας, τα στρατιωτικά αεροδρόμια Καλαμάτας και Ανδραβίδας, η αεροπορική βάση της Λάρισας, η βάση ελικοπτέρων στο Στεφανοβίκειο και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, διατίθενται για την «φιλοξενία» αμερικανικών στρατιωτών μέσων και προσωπικού, προκειμένου να διευκολύνουν τις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μαύρη Θάλασσα, τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο. Ουσιαστικά στο πλαίσιο της αναβαθμισμένης αμυντικής συνεργασίας ΗΠΑ-Ελλάδας και του εν εξελίξει Στρατηγικού ελληνοαμερικανικού διαλόγου, μετατρέπεται η Ελλάδα σε δυνάμει αμερικανική στρατιωτική βάση, με την μάλλον αβάσιμη προσδοκία ότι, οι αμερικανοί θα αποτρέψουν την τουρκική απειλή. Και επιπλέον επειδή οι μνημονιακές κυβερνήσεις περιέκοψαν δαπάνες ακόμη και του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, ευελπιστούν οι έλληνες φιλοατλαντικοί πολιτικοί, ότι τα ανταλλάγματα από τους αμερικανούς στις διευκολύνσεις θα είναι κάποια μεταχειρισμένα αμερικανικά οπλικά συστήματα, όπως ελικόπτερα ή μαχητικά αεροσκάφη, ή και κάποια πλοία επιφανείας, που θα παραχωρηθούν στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, έναντι «λογικού» οικονομικού κόστους.
Εκτιμώ ότι τα συναρμόδια υπουργεία Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών και το πανίσχυρο Πρωθυπουργικό Επιτελείο, αναλύουν ενδελεχώς την συμπεριφορά του συστήματος εξουσίας του Τ. Ερντογάν, έχουν καταλήξει σε γενικά συμπεράσματα και με γνώμονα αυτά, θα χαράξουν την εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας. Είναι σαφές ότι, η Τουρκία του Ερντογάν, θα κλιμακώσει τις πιέσεις της στην ΑΟΖ της Κύπρου και στο Καστελόριζο, με στόχο την εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων της νοτιοανατολικής περιοχής της Μεσογείου και στο Αιγαίο . Επίσης, οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν να έρθουν σε ρήξη με την Τουρκία και να χάσουν ένα σημαντικό σύμμαχο στο ΝΑΤΟ και χρήσιμο για τα Στρατηγικά τους σχέδια στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Μεσογείου.
Κοντολογίς, η Ελλάδα, ως καταχρεωμένη και υποθηκευμένη χώρα μειωμένης εθνικής ανεξαρτησίας, αντιμετωπίζει άμεσα τον κίνδυνο της δορυφοριοποίησης της στην Τουρκία, αν αυτή η εξέλιξη εξυπηρετεί τα αμερικανικά Στρατηγικά σχέδια, για την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή μας. Για την Κύπρο και τον κυπριακό ελληνισμό, πιθανόν οι εξελίξεις να είναι ακόμη χειρότερες …