Υποστηριξε το militaire
Άποψη
17/05/2018 | 06:01 (ενημερώθηκε 6 έτη πριν)
Militaire News

Η ελληνική διπλωματία μεταξύ Μόσχας, Λονδίνου και Ουάσινγκτον…

Η ελληνική διπλωματία μεταξύ Μόσχας, Λονδίνου και Ουάσινγκτον...

Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΘΩΜΑΣ

Το διεθνές σκηνικό είναι ιδιαίτερα ρευστό και ασταθές, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέοι κίνδυνοι αλλά και μεγάλες ευκαιρίες για την Ελλάδα. Προϋπόθεση όμως μια επιτυχημένης εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής για τη χώρας μας, είναι μια ορθολογική προσέγγιση δράσεων και εξελίξεων, καθώς και η παραδοχή ότι στις διεθνείς σχέσεις υπάρχουν συμφέροντα και πολύπλοκες διασυνδέσεις παικτών του διεθνούς συστήματος, που τέμνουν, διαπερνούν και υπερβαίνουν τις εκάστοτε επιφανειακές προσεγγίσεις, αλλά και τις πολιτικά φορτισμένες συνθηματολογικές εξάρσεις.

Για παράδειγμα τα τελευταία χρόνια ακούσαμε τις επίμονες προβλέψεις κάποιων, υποτίθεται σοβαρών αναλυτών και πολιτικών, που εκτιμούσαν ότι το «ξανθό γένος» θα εξορμήσει από τη Μόσχα και θα σώσει την Ελλάδα, προσφέροντας «γη και οικονομικό ύδωρ», ώστε να την απαλλάξει από τα μνημόνια και να αντιμετωπίσει με γενναιόδωρη στρατιωτική στήριξη, την τουρκική επιθετικότητα. Κάποιοι δεν διδάχθηκαν από το πάθημα της Λευκωσίας, που έσπευσε στη Μόσχα για να ζητήσει βοήθεια, αλλά βρήκε την πόρτα κλειστή, από τον μακροημερεύοντα ένοικο του Κρεμλίνου, που μπορεί στα ενθαρρυντικά λόγια να είναι καλός, αλλά στην πράξη, εύκολα παίρνει και δύσκολα δίνει, και μόνον κατόπιν σοβαρών ανταλλαγμάτων, χωρίς συναισθηματισμούς, όπως έμαθε, με οδύνη, ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δημήτρης Χριστόφιας.

Η Έλληνες άκουσαν φοβερά πράγματα, για δισεκατομμύρια εκπορευόμενα από τη Μόσχα ή το Πεκίνο, που θα διέσωζαν την Ελλάδα από το χείλος της καταστροφής, και θα σφράγιζαν την διεθνή πορεία της χώρας. Όμως οι ελπίδες αποδείχθηκαν φρούδες, το Πεκίνο και η Μόσχα εγκατέλειψαν την Ελλάδα, που ξυπνώντας από το λήθαργο και τις αυταπάτες, αναγκάστηκε να ζητήσει την αρωγή του ΔΝΤ. Οφείλουμε μάλιστα εδώ να επισημάνουμε ότι Ρώσοι και Κινέζοι, είναι πολλοί σκληροί διαπραγματευτές, και δίδουν μόνον όταν λαμβάνουν ισχυρά ανταλλάγματα, τα οποία φυσικά δεν μπορεί να αντέξει η Ελλάδα, στην τότε αλλά και στην παρούσα κατάσταση της. Καλά τα λόγια περί Ορθοδοξίας και ρωσικής αλληλεγγύης για παράδειγμα, όμως όλοι θα πρέπει να θυμούνται ότι το Πατριαρχείο της Μόσχα βλέπει ιδιαίτερα ανταγωνιστικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, ότι ο Πανσλαβισμός και ο ρωσικός επεκτατισμός ανέκαθεν άσκησαν εντονότατες πιέσεις στον Ελληνισμό, για να μην πούμε κάτι χειρότερο, ενώ ο Πρόεδρος Πούτιν δεν διστάζει να στηρίξει τον Ερντογάν, αρκεί να πουλήσει οπλικά συστήματα και να λάβει οικονομικά ανταλλάγματα.

Και το Πεκίνο, παρά τις όποιες οχλήσεις ή επιθυμίες ελληνικών κυβερνήσεων, αγνόησε πιθανά ελληνικά αιτήματα για την οικονομική διάσωση της χώρας, και παρά τα τεράστια συναλλαγματικά του αποθέματα, άφησε την Ελλάδα «στα νύχια των δανειστών» που θέλησαν να την «νουθετήσουν» αναλόγως. Ούτε ο πασίγνωστος θαυμασμός των Κινέζων για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, κατάφερε να πείσει την ηγεσία του ΚΚΚ να αλλάξει στάση και να διασώσει την ελληνική οικονομία από τα «πλοκάμια των δανειστών».

Καλό θα είναι λοιπόν, να πάψουμε να λειτουργούμε συναισθηματικά και να ακολουθήσουμε την οδό του ρεαλισμού και της ψυχρής εξυπηρέτησης του εθνικού συμφέροντος, και κυρίως να αποφεύγουμε τη διασύνδεση της ανάλυσης της διεθνούς πραγματικότητας, χρησιμοποιώντας ως αναλυτικά εργαλεία, άχρηστα και βλαβερά πολιτικά στερεότυπα που πηγάζουν από τον πολιτικό διάλογο στο εσωτερικό, και τα οποία το μόνον που κάνουν είναι να συσκοτίζουν τις καταστάσεις στο εξωτερικό, και να βλάπτουν τα εθνικά συμφέροντα, υπονομεύοντας τη θέση της χώρας στο διεθνές στερέωμα. Καλό είναι βέβαια η χώρα να έχει με όλους ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας, αλλά όλοι πρέπει να γνωρίζουν ότι κανείς δεν θα θελήσει να μας βοηθήσει, να μας «σώσει», αν εμείς δεν έχουμε αποφασίσει να πράξουμε τα δέοντα για να σωθούμε με ίδια μέσα.

Ο καλύτερος τρόπος διασύνδεσης δύο χωρών, συμμάχων και εταίρων, δεν είναι ούτε τα συμφέροντα  ούτε τα οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά ανταλλάγματα ούτε οι παραχωρήσεις στο πλαίσιο τακτικισμών και εναλλασσόμενων συμμαχιών. Οι καλύτερη εγγύηση, ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα και τους συμμάχους της, είναι οι κοινές αξίες, που προσδιορίζονται από την γέννηση των εννοιών της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και του Δικαίου στην Ελλάδα, αξίες οι οποίες διαχέονται μέσω της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού σε ολόκληρο τον κόσμο, και ετεροκαθορίζουν τις ιδρυτικές αρχές του ΟΗΕ, της γαλλικής και αμερικανικής Δημοκρατίας, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα αποτελεί φάρο αξιών αλλά και συνάμα το στρατηγικότερο «οικόπεδο» της Δύσης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ατλαντικής Συμμαχίας, κάτι το οποίο της προσδίδει ιδιαίτερο γεωστρατηγικό και πολιτικό βάρος, και της επιτρέπει να διαπραγματεύεται με μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας, από άλλες χώρες αναλόγου μεγέθους.

Κοινώς, η Ελλάδα οφείλει να διατηρεί ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας και να συνδιαλέγεται πολιτικά με όλες τις μεγάλες αλλά και μικρές δυνάμεις, με φίλους, εχθρούς και εταίρους, με στόχο την εξυπηρέτηση των εθνικών της συμφερόντων και την αποτροπή κινδύνων και δυσάρεστων εξελίξεων, όντας όμως «αγκυροβολημένη» στο «δυτικό στρατόπεδο». Και αυτό γιατί η Ελευθερία, η Δημοκρατία, η Δικαιοσύνη, αλλά και η ευημερία των χωρών και των λαών της Δύσης, της ΕΕ και της Ατλαντικής συμμαχίας αποτελούν κοινό στόχο, αλλά και «όνειρο» πολλών άλλων λαών και χωρών, που βρίσκονται «εκτός» και ταλαιπωρούνται, από δικτατορίες, αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ας μην ξεχνάμε ότι τα εκατομμύρια των προσφύγων που σπεύδουν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και προσπαθούν με κάθε τρόπο να εγκατασταθούν στη Δύση, στρέφονται προς τα εκεί και όχι αλλού, γιατί προσδοκούν σε μια καλύτερη ζωή, και στο ότι θέλουν να γλυτώσουν από κινδύνους και μορφές καταπίεσης που υφίστανται στις χώρες τους.

Οι υπονομευτικές της Δύσης, διεθνείς πολιτικές, στρατιωτικές και κατασκοπευτικές δραστηριότητες και πρωτοβουλίες της Μόσχας απανταχού στον πλανήτη, ο οικονομικός και πολιτικός επεκτατισμός του Πεκίνου σε ευαίσθητες περιοχές του πλανήτη και ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο, και ο επερχόμενος ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων, επιτρέπουν στην Ελλάδα, που διατηρεί διαύλους επικοινωνίας με όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες, να διαδραματίσει ένα πολυδιάστατο, επικερδή και χρήσιμο ρόλο, τόσο για τα δικά της συμφέροντα, όσο και αυτά των φίλων και συμμάχων. Ο καλύτερος όμως τρόπος για να το επιτύχει αυτό, είναι να ξανακερδίσει την οικονομική της αυτονομία και να ενισχύσει την εθνική της άμυνα και τη βιομηχανική και τεχνολογική της παραγωγή, και να αποποιηθεί το ρόλο το διεθνή επαίτη που εκλιπαρεί για βοήθεια εχθρούς και συμμάχους, εικόνα που δεν συνάδει με την ιστορία και την πορεία των Ελλήνων.

Δεδομένων των πολιτικών και διεθνών εξελίξεων στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, η Ελλάδα έχει να περιμένει πολλά από την Ουάσινγκτον και το Λονδίνο, κυρίως λόγω της φύσης της οικονομίας της, της αμυντικής και γεωστρατηγικής της θέσης, αλλά και των αξιακών, πολιτικών και εθνικών δεσμών Αθήνας, Λονδίνου και Ουάσινγκτον. Η έλευση του Προέδρου Τράμπ στο Λευκό Οίκο, που το πρώτο που έκανε μόλις ανέλαβε την εξουσία ήταν να επαναφέρει την προτομή του Ουίνστον Τσόρτσιλ στο γραφείο του, που είχε αφαιρεθεί από τον Μπαράκ Ομπάμα, το Μπρέξιτ, και η επανενεργοποίηση της «ειδικής σχέσης» Ουάσινγκτον – Λονδίνου, που επαναπροσδιορίζει διεθνείς και συμμαχικές σχέσεις, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για κοινή προσέγγιση και δράση Ουάσινγκτον – Λονδίνου – Αθήνας σε όλα τα μεγάλα γεωπολιτικά, αμυντικά και οικονομικά ζητήματα, με αμοιβαία οφέλη και άριστες προοπτικές.

Η Ελλάδα οφείλει να εγκαταλείψει τις πολιτικές αυταπάτες, τα ιστορικά στερεότυπα και τις ιδεολογικές προκαταλήψεις και να ακολουθήσει μια πολυδιάστατη εξωτερική, αμυντική και οικονομική – εμπορική πολιτική, που θα ικανοποιεί τα συμφέροντα της στο πλαίσιο το συμμαχικών και εταιρικών της υποχρεώσεων, αξιοποιώντας πλήρως το αξιακό πλαίσιο των συμμαχιών στις οποίες ανήκει, που τυγχάνει να συμπίπτει με τις ιστορικές, πολιτικές και επιστημονικές της παραδόσεις. Σε μια περίοδο που ο ιδεολογικός και πολιτικός εξτρεμισμός είναι σε έξαρση, και όπου ολόκληρος ο πλανήτης βαδίζει προς μια νέα πραγματικότητα που εγκυμονεί μεγάλες ευκαιρίες αλλά και τεράστιους κινδύνους, η Ελλάδα δύναται να μεγαλουργήσει, αρκεί να αφήσει κατά μέρους την ηττοπάθεια και εκμεταλλευθεί όλες τις ευκαιρίες που τις δίνονται.

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης