Υποστηριξε το militaire
Στιγμές Ιστορίας
30/09/2022 | 06:00 (ενημερώθηκε 2 έτη πριν)
Militaire News

Ο Έλληνας εφευρέτης του ραντάρ και το απόρρητο πείραμα στο Αιγαίο

Ο Έλληνας εφευρέτης του ραντάρ και το απόρρητο πείραμα στο Αιγαίο

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Ιστορικά «πατέρας» του ραντάρ θεωρείται ο Άγγλος Ρόμπερτ Ουάτσον Ουάτ.

Ωστόσο αυτό είναι ψέμα η στην καλύτερη περίπτωση μύθος.

Το Εκατοστομετρικό ραντάρ εφευρέθηκε λίγα χρόνια νωρίτερα, από τον Έλληνα Καθηγητή Φυσικής Παύλο Σαντορίνη.

Υπάρχουν επιστημονικές αποδείξεις γι αυτό και παραμένει απορίας άξιον, πως μέχρι σήμερα δεν αναφέρεται διεθνώς η πατρότητα της σπουδαίας αυτής ανακάλυψης που ανήκει σε Έλληνα επιστήμονα…

Ο Σαντορίνης ήταν πολιτικός μηχανικός, φυσικός και ομότιμος καθηγητής του Ε. Μ. Πολυτεχνείου.

Γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1893 στην Οδησσό της Ρωσίας και απεβίωσε στις 19 Οκτωβρίου 1986 στην Αθήνα. 

Σπούδασε στην Ελβετία (1905-1919) στο Πολυτεχνείο και στο Πανεπιστήμιο στη Ζυρίχη.

Υπήρξε επιστήμονας και ερευνητής πολλών περιοχών της επιστήμης και ιδιαίτερα στη Στατιστική, Υδραυλική, στην έρευνα των φυσικών πηγών ενέργειας ενώ εκτέλεσε πολλές πρωτοποριακές κατασκευές τσιμέντου (1919-1925).

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΚΑΙ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ 

Ο στρατηγός Κωνσταντίνος Μπακόπουλος, διοικητής του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας το 1941, αναφέρει στο βιβλίο του «Η Ομηρία των πέντε Αντιστρατήγων» (Αθήνα 1948) αναφέρει ότι τον Σεπτέμβριο του 1936 υπεβλήθη στη Διοίκηση Αντιαεροπορικής Άμυνας, της οποίας ήταν επικεφαλής, υπόμνημα του καθηγητή της Εφαρμοσμένης Φυσικής Παύλου Σαντορίνη «περί μεθόδου ανιχνεύσεως εχθρικών αεροπλάνων δι’ ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων».

Ο Μπακόπουλος υπέβαλε το υπόμνημα στο ΓΕΣ που όπως ήταν φυσικό επέδειξε ενδιαφέρον.

 Συστάθηκε μάλιστα επιτροπή αποτελούμενη από τους καθηγητές του Πανεπιστημίου και του Πολυτεχνείου Γουναράκη, Σαρρόπουλο, Χόνδρο, Αθανασιάδη και των πλοιάρχου Πεζόπουλου, ταγματάρχη Κουρκούλια και επισμηναγού Αβέρωφ.

Η επιτροπή γνωμάτευσε ότι επιστημονικά η προτεινόμενη μέθοδος ήταν ορθή.

 Έτσι συστάθηκε επιτροπή ελέγχου και δοκιμών πρόεδρος της οποίας ήταν ο ίδιος ο Μπακόπουλος.

 Για την εκτέλεση των δοκιμών απαιτείτο όμως η κατασκευή των αναγκαίων συσκευών. Στην Ελλάδα όμως δεν υπήρχαν τα αναγκαία εξαρτήματα και κυρίως ειδικές λυχνίες.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μπακόπουλος: «Αριθμός Πρωτοκόλλου Απορρήτων 44/19-9.1936- Προς το ΓΕΣ

 «… Δεδομένου ότι η επαλήθευσις της εν λόγω μελέτης θέλει σοβαρώς διευκολύνει παρ’ ημίν την λύσιν του προβλήματος της ανιχνεύσεως από αέρος από μακρυνών αποστάσεων με ολιγοδάπανα μέσα και με ολίγον προσωπικόν, υποβάλλομεν την γνώμην όπως διατάξητε την συγκρότησιν επιτροπής εξ’ ειδικών, ου μόνον στρατιωτικών αλλά και καθηγητών του Πανεπιστημίου και Πολυτεχνείου…

 Μπακόπουλος, υποστράτηγος».

ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΣΤΗΝ ΜΗΛΟ

Τότε αποφασίστηκε να μεταβεί ο Σαντορίνης στην Ευρώπη προς αναζήτηση των λυχνιών. Πράγματι οι λυχνίες βρέθηκαν και κατόπι άρχισαν δοκιμές στη αεροπορική βάση Παλαιού Φαλήρου. 

Οι δοκιμές διήρκεσαν, σχεδόν, μέχρι τα τέλη του 1939.

 Τα αποτελέσματα ήταν «λίαν ικανοποιητικά», όπως αναφέρει ο Μπακόπουλος και έγινε δυνατός ο εντοπισμός αεροσκάφους από απόσταση έως 150 χλμ. με το μικροκυματικό ραντάρ του Σαντορίνη, σε απόρρητο πείραμα που έγινε με απόλυτη μυστικότητα στην Μήλο.

Η έλλειψη μέσων όμως δεν επέτρεψε την περαιτέρω πρόοδο. 

Ο Μπακόπουλος αναφέρει ότι τόσο οι Βρετανοί, όσο και οι Γιουγκοσλάβοι και οι Ρουμάνοι έδειξαν ενδιαφέρον για το σχέδιο. Το αν επηρέασε και κατά πόσο το ραντάρ του Σαντορίνη την εξέλιξη του ραντάρ γενικότερα είναι ένα ερώτημα που δεν είναι εύκολο να απαντηθεί.

 Προφανώς όμως και η έρευνά του πρέπει να ελήφθη υπόψη.

 Όπως και έχει η προσπάθεια ανάπτυξης ενός ελληνικού συστήματος ραντάρ, το οποίο θα είχε τεράστια οφέλη για την πολεμική προσπάθεια της χώρας, έληξε άδοξα.

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΚΑΤΑΣΚΟΠΩΝ

Η ιστορία του ραντάρ, μοιάζει βγαλμένη από κατασκοπικές ταινίες.

Εφευρέτες, μοιραίες γυναίκες και Μυστικές Υπηρεσίες έδωσαν μάχη πριν και κατά τη διάρκεια του Πολέμου, για το ποιος θα αποκτήσει πρώτος την τεχνογνωσία που θα του έδινε ξεκάθαρη υπεροχή στους αιθέρες και συγκριτικό πλεονέκτημα στον πόλεμο.

Από τις παραμονές ακόμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, Βρετανία και Ναζιστική Γερμανία, ξεκίνησαν ένα αγώνα δρόμου, για το ποιος θα ανακαλύψει πρώτος τον τρόπο και το μέσο για να εντοπίζει από μακριά τις εναέριες εχθρικές δυνάμεις.

Για την επίτευξη αυτού του στόχου και οι δύο πλευρές πειραματίζονταν μυστικά, ήδη από τα μέσα του ’30 με τα ραδιοκύματα.

Πριν από την ανακάλυψη του ραντάρ μεγάλης ισχύος, η αεράμυνα χρησιμοποιούσε παρατηρητές με κιάλια και γιγαντιαία χωνιά με πρωτόγονα ακουστικά συστήματα, για την ανίχνευση των εχθρικών αεροσκαφών.

Με το ξέσπασμα του πολέμου εμφανίστηκαν τα πρώτα ραντάρ. 

Ήταν θεόρατα και αρχικά λειτουργούσαν με ηλεκτρομαγνητικά πεδία 5 μέτρων και 1 έως 1,5 μέτρου στη συνέχεια.

Η εμβέλειά των πρωτόγονων αυτών ραντάρ έφτανε μόλις τα 10 χλμ. και λόγω του μεγέθους τους, αποτελούσαν εύκολη λεία για τα βομβαρδιστικά.

Την ίδια στιγμή, το 1936, ο Σαντορίνης διενεργούσε στο Παλαιό Φάληρο πειράματα με το ελληνικό εκατοστομετρικό ραντάρ, με πεδία μόλις των 5 και 10 εκατοστών, σε μια εκπληκτική εμβέλεια των 150 έως 200 χλμ….

Η ΜΟΙΡΑΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ

Ο Σαντορίνης γνώριζε το μυστικό του ραντάρ από το 1934 και γι’ αυτό κατάσκοποι τον κυνηγούσαν σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και επιστράτευαν κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο για του το υποκλέψουν.

Το 1936 και ενώ βρίσκονταν στο Βερολίνο, τον πλησίασε μια μυστηριώδης όμορφη γυναίκα.

Αν και ο καθηγητής είχε μάθει να προφυλάσσεται, μπροστά στη σαγήνη της, το «προσωπικό» του ραντάρ δεν κατάφερε να δει τον εχθρό που καραδοκούσε.

Με όπλο την ομορφιά της, η καλλονή σκόπευε να του «πάρει» πληροφορίες για τη νέα του εφεύρεση.

 Τον Σαντορίνη ειδοποίησε εγκαίρως ότι πρόκειται για μια επικίνδυνη κατάσκοπο, ο έλληνας πρέσβης στο Βερολίνο.

Ο καθηγητής εγκατέλειψε τη χώρα άμεσα, στήνοντας μάλιστα στο ραντεβού που είχαν δώσει, τη φιλόδοξη κατάσκοπο.

 Στις 27 Μαΐου του ίδιου έτους, ο Σαντορίνης πληροφόρησε για την έκβαση των πειραμάτων του τις αρμόδιες ελληνικές αρχές, με μια απόρρητη έκθεση.

Το Γενικό Επιτελείο Στρατού συγκάλεσε αμέσως μια επιτροπή εμπειρογνωμόνων απαρτιζόμενη από καθηγητές πανεπιστημίου και υψηλόβαθμους στρατιωτικούς. 

Τον Γενάρη του επόμενου έτους η επιτροπή απεφάνθη ότι η ιδέα του ραντάρ είναι εφαρμόσιμη και έδωσε το πράσινο φως για συνέχιση των πειραμάτων.

Το ίδιο διάστημα και ενώ όλες οι διαδικασίες τελούνταν υπό άκρα μυστικότητα, ένα από τα μέλη της επιτροπής διέρρεε κρυφά ζωτικής σημασίας πληροφορίες στην ΜΙ6, υποβάλλοντας πλήρεις εκθέσεις για τις έρευνες του ελληνικού ραντάρ στη μυστική υπηρεσία πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου.

Το Μάρτιο του 1937, με απόρρητη διαταγή του Γενικού Επιτελείου Στρατού στήθηκαν προβολείς των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων στην αεροπορική βάση στο Παλαιό Φάληρο και στη Σχολή Δοκίμων και για τα επόμενα δύο έτη πραγματοποιήθηκαν πειράματα, όπου ανιχνεύονταν επιτυχώς αεροσκάφη σε απόσταση 150 χλμ.

Η πετυχημένη επίδειξη Το 1939 το Γ.Ε.Σ φοβούμενο πιθανή υποκλοπή των πειραμάτων, διέρρευσε έγγραφο στο οποίο αναφέρονταν ρητά η διακοπή των δοκιμών με την δικαιολογία ότι δεν είναι επιτυχείς.

Παράλληλα, εξέδωσε άλλη απόρρητη διαταγή, με την εντολή να συνεχιστούν τα πειράματα σε άλλες εγκαταστάσεις.

Τότε ο Σαντορίνης μετέφερε ένα μικρότερο πομπό και συνέχισε τα πειράματά του, από την ταράτσα του σπιτιού του.

Στις 7 Ιουλίου του 1940 με εντολή της Κυβέρνησης Μεταξά πραγματοποιήθηκε μια επίδειξη των δυνατοτήτων του ελληνικού ραντάρ σε επιτροπή Βρετανών αξιωματούχων. 

Το ραντάρ κατάφερε και ανίχνευσε αεροσκάφος το οποίο πετούσε πάνω από το Αιγαίο, σε απόσταση 160 χλμ. 

Οι Βρετανοί ενθουσιασμένοι ζήτησαν τη μεταφορά της συσκευής στο Κάιρο, στη Βάση των Συμμάχων στη Μέση Ανατολή.

Ο Μεταξάς αρνήθηκε να παραδώσει τη συσκευή η οποία λόγω του μεγέθους της, αν μετακινούνταν θα έγειρε υποψίες και προτίμησε να δώσει στο Αγγλικό Επιτελείο τα σχέδια.

Δεν ήθελε να δώσει αφορμή στις Δυνάμεις του Άξονα, καθώς ακόμη η Ελλάδα τηρούσε ακόμη ουδετερότητα στον πόλεμο.

Το εκατοστομετρικό ραντάρ έκανε πρεμιέρα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δύο χρόνια αργότερα, ως κατασκευή του Εθνικού Εργαστηρίου Φυσικής της Μ. Βρετανίας….

 Ο Παύλος Σαντορίνης αναγνωρίστηκε ως εφευρέτης του πρώτου εκατοστομετρικού ραντάρ, πολύ μετά το πέρας του πολέμου.

Πρώτα με το μετάλλιο Φερμά της Ακαδημίας Επιστημών της Τουλούζης το 1961, ακολούθως με το μετάλλιο Βερμέιλ της Ακαδημίας Επιστημών των Παρισίων το 1968, το βραβείο της Γαλλικής Εταιρείας της Προόδου το 1969 και το τέλος με την αναγνώριση των Άγγλων.

Σήμερα οι Άγγλοι, αν και αναγνωρίζουν ότι ο πρώτος που ανακάλυψε το Συμμαχικό Υπερόπλο που άλλαξε τη ροή του Πολέμου, ήταν ο έλληνας καθηγητής, εμμένουν στην «ιστορία» της διπλής εφεύρεσης….

Πληροφορίες

diodos.gr

history-point.gr

ΠΑΥΛΟΣ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης