Γράφει ο
Ηλίας Ηλιόπουλος*
“Wars, when fought by great nations by proxy, are often very dangerous for the proxy.”
Σερ Ουΐνστων Τσώρτσιλλ
(Υπουργός Ναυτικών, Υπουργός Πολέμου και Πρωθυπουργός της Μ. Βρεττανίας).
«Ο κ. Λλόϋδ Τζωρτζ, ιδίως, και ο κ. Βενιζέλος, κοινή συμφωνία, έρριψαν την Ελλάδα εις περιπέτειαν, της οποίας μοναδικός σκοπός ήτο η επιδίωξις πολιτικής του αγγλικού ιμπεριαλισμού εν Μ. Ασία και ήτις περιπέτεια ήτο εκ των προτέρων καταδικασμένη εις αποτυχίαν.
Αφού ο Στρατάρχης Φος εξήτασεν επιμελώς το ζήτημα, ειδοποίησα τον κ. Βενιζέλον διά τους κινδύνους της Ελλάδος. Ο κ. Βενιζέλος, φαίνεται, με εύρε τότε λίαν «τουρκόφιλον». Αλλά δυστυχώς αυτός ήτο εκείνος, όστις αφίνετο να τον χρησιμοποιεί ο Λλόϋδ Τζωρτζ…»
Ραιϋμόνδος Πουανκαρέ, Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας (επιστολή από 30/6/1926, προς Σπυρίδωνα Κοσμετάτον, περιεχομένη εις τον πρόλογον του βιβλίου του Sir Basil Thomson, Διευθυντού της Μυστικής Υπηρεσίας της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας, Allied Secret Service in Greece, 1919-22 (οι υπογραμμίσεις ιδικές μας). Το βιβλίον του Βρεττανού ανωτάτου αξιωματούχου – το οποίον αποδομεί πλήρως την προσωπικότητα του Βενιζέλου και αποκαθιστά την τιμήν και υπόληψιν του Βασιλέως Κωνσταντίνου – εξεδόθη μετά την αφυπηρέτησιν του Sir Basil Thomson και οι Βενιζελικές Κυβερνήσεις της δεκαετίας του 1920 απηγόρευσαν την κυκλοφορία του εν Ελλάδι.
************
Ακόμη και σήμερα, έναν αιώνα, και πλέον, μετά την στρατιωτική εμπλοκή της Ελλάδος στην Μικρά Ασία και την επακολουθήσασα Μικρασιατική Καταστροφή, η νηφάλιος, ορθολογική, μη ιδεολογική ή προπαγανδιστική ερμηνεία των γεγονότων της εποχής εκείνης παραμένει ζητούμενον στον δημόσιο λόγο ή, πάντως, σπανίζει. Αντιθέτως, εξακολουθούν να αναπαράγονται ορισμένα χονδροειδή ψεύδη και ανυπόστατα μυθεύματα.
ΨΕΥΔΟΣ ΠΡΩΤΟΝ:
Η αιτία της εθνικής συμφοράς ήσαν οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, η επακολουθήσασα επάνοδος του Βασιλέως Κωνσταντίνου στον Θρόνον και η ως εκ τούτου «μεταστροφή» των «Μεγάλων Συμμάχων μας». Για την δυσμενή κατάληξιν της Μικρασιατικής Εκστρατείας και, εν τέλει, την καταστροφήν ευθύνεται, λοιπόν, ο Ελληνικός Λαός, ο οποίος κατεψήφισε τον Βενιζέλον και έφερε εις τα πράγματα τους πολιτικούς αντιπάλους του, οι οποίοι επανέφεραν τον Κωνσταντίνον.
Εκπλήσσεται κανείς, ακόμη και σήμερα, τόσον με το σαθρόν του «επιχειρήματος» όσον και με το θράσος, με το οποίον εξακολουθούν σκανδαλωδώς να το αναμηρυκάζουν, ακόμη και σήμερα, τόσες και τόσες μετριότητες, υπομετριότητες και ανθυπομετριότητες της καθεστωτικής «οργανικής διανοήσεως» (ιδίως της καθεστωτικής «mainstream» ιστοριογραφίας) αλλά και του εν γένει πολιτικού και παραπολιτικού βίου της χώρας μας.
Διότι αποτελεί κατάφωρον προσβολήν της νοημοσύνης παντός λογικώς σκεπτομένου ανθρώπου το ότι καλούμεθα να αποδεχθούμε τον ισχυρισμόν ότι η εξωτερική πολιτική των Κυριάρχων Κρατών, γενικώς, πολλώ δε μάλλον των Μεγάλων Δυνάμεων, και δη για στρατηγικώς κρίσιμα σημεία της υφηλίου, σχεδιάζεται και ασκείται, δήθεν, όχι επί τη βάσει ατέγκτων γεωπολιτικών, γεωστρατηγικών, ενεργειακών και οικονομικών συμφερόντων και επιδιώξεων και με αποκλειστικόν γνώμονα την εξυπηρέτησιν των συμφερόντων και επιδιώξεων αυτών αλλά, τάχα, εξ αιτίας προσωπικών συμπαθειών ή αντιπαθειών προς τον τάδε ή τον δείνα πολιτικόν της άλφα ή της βήτα ξένης χώρας!
Και όμως! Αυτός ο παιδαριώδης ισχυρισμός – τον οποίον αναγκασθήκαμε να «λουστούμε» μέσω των υποχρεωτικών σχολικών βιβλίων Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου, μετά το 1981 (όταν συνετελέσθη ένα ακόμη κρίσιμον βήμα προς την εγκαθίδρυσιν του σήμερα κρατούντος Τροτσκιστικού καθεστώτος εν Ελλάδι) – αναπαράγεται, άνευ αντιλογίας σχεδόν, εδώ και έναν αιώνα, από το πανίσχυρον και πολυπλόκαμον σύστημα προπαγάνδας του νεοελληνικού Υπαρκτού Βενιζελισμού. Μετ’ επιτάσεως δε την τελευταίαν τεσσαρακονταετίαν.
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ:
Η ούτω καλουμένη «μεταστροφή» των Δυτικών Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, ΗΠΑ) – εάν και καθ’ ο μέτρον υπήρξε τοιαύτη –, είχε αρχίσει πολύ προ της Νοεμβριανής πολιτικής μεταβολής του 1920 και της επανόδου εις τον Θρόνον του νομίμου Βασιλέως Κωνσταντίνου ΙΒ΄ του Στρατηλάτου (ο οποίος υπενθυμίζεται ότι είχε παρανόμως εξαναγκασθεί να εγκαταλείψει την Πατρίδα του, παρά την λατρεία του Ελληνικού Λαού προς το πρόσωπόν του, μετά την ωμή αγγλογαλλική στρατιωτική επέμβαση του 1916/17, τον διετή και αυστηρότατον ναυτικόν οικονομικόν Αποκλεισμόν της Ελλάδος από τον αγγλικόν και τον γαλλικόν πολεμικόν στόλον και την εξ αυτού επελθούσαν λιμοκτονία του Ελληνικού Λαού, την απόβασιν και κατοχήν ολοκλήρου της Βορείου Ελλάδος καθώς και πολλών νήσων του Αιγαίου και του Ιονίου Πελάγους από τα στρατεύματα της λεγομένης Αντάντ (κυρίως γαλλικά, και δη αποικιακά), την τυπικήν κατάλυσιν της Εθνικής Κυριαρχίας υπό των λεγομένων «Προστατίδων Δυνάμεων», την γαλλικήν στρατιωτικήν κατάληψιν των Αθηνών και του Πειραιώς και την ιταμήν απειλήν βομβαρδισμού της πρωτευούσης).
Είχε δε σαφέστατα διαμηνυθεί ή και ευθέως, ρητώς και αυτοπροσώπως δηλωθεί στον Βενιζέλον παρά του Μιλλεράν ότι η Γαλλία ετάσσετο αναφανδόν υπέρ της ενότητος και εδαφικής ακεραιότητος της τουρκικής επικρατείας και ότι η Ελλάς ώφειλε να εκκενώσει την Σμύρνην. Πάντα ταύτα είχαν διαμηνυθεί ή και αυτοπροσώπως δηλωθεί στον Βενιζέλον παρά του Γάλλου ομολόγου του από τον Φεβρουάριον του 1920, ήτοι πολύ προ των εκλογών του Νοεμβρίου του 1920, της (αναμενομένης!) πανωλεθρίας Βενιζέλου, της επανόδου του νομίμου Βασιλέως Κωνσταντίνου εις τον Θρόνον του και της υποτιθεμένης «μεταστροφής» (sic!) των κατ’ όνομα «Συμμάχων» Δυνάμεων.
Σημειωτέον ότι περί μεταστροφής της Ιταλίας δεν δύναται να γίνεται λόγος, διότι, ως γνωστόν, η Ιταλία ήτο εξ αρχής απολύτως αντίθετος προς πάσαν ελληνικήν παρουσίαν στην Σμύρνην και από της πρώτης ημέρας αποβιβάσεως του Ελληνικού Στρατού βυσσοδομούσε κατά παντός ελληνικού, υπεστήριξε δε αναφανδόν πάσαν τουρκικήν αντίστασιν, και δη ενόσω αυτή ήτο ακόμη στο στάδιον των Τσετών ληστροσυμμοριτών και ποινικών εγκληματιών, προτού καν σχηματισθεί τακτικός Κεμαλικός στρατός!
Όσον αφορά δε τυχόν μεταστροφή των ΗΠΑ: πρώτον, οι ΗΠΑ ετάσσοντο υπέρ της εδαφικής ακεραιότητος του τουρκικού κράτους, δεύτερον, δεν είχαν καν κηρύξει τον πόλεμον κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και, τρίτον, μετά την δεινή εκλογική ήττα του Προέδρου Γούντροου Ουΐλσων, έπαυσαν να ασχολούνται με τα διεθνή και επανήλθαν στην παραδοσιακή πολιτική Απομονωτισμού.
ΨΕΥΔΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ:
«Τι γύρευαν στην Άγκυρα οι ηλίθιοι – και δεν κάθονταν στην Σμύρνη, όπως ήθελε ο Βενιζέλος!»
Λέγεται και επαναλαμβάνεται διαρκώς ότι η προέλασις της Στρατιάς Μικράς Ασίας εις τα ενδότερα υήρξε επιλογή των λεγομένων μετα-Νοεμβριανών Κυβερνήσεων. Και δη απολύτως εσφαλμένη. Προβάλλεται μάλιστα και ως τρανή απόδειξις της υποτιθεμένης βλακείας (ή ανικανότητος) των πολιτικών ηγετών, που διεδέχθησαν τον Βενιζέλον. Συναφώς, αναπαράγεται διαρκώς ο ισχυρισμός ότι, δήθεν, ο Βενιζέλος δεν εσκόπευε να παρασυρθεί εις μίαν τοιαύτην περιπέτειαν αλλ’ ότι θα παρέμενε, ες αεί, εντός των ορίων της Ελληνικής Ζώνης Κατοχής Σμύρνης, όπως αυτή είχε ορισθεί διά του Mandat (ως ελέγετο Γαλλιστί η «Εντολή») των Μεγάλων Δυνάμεων από 6ης Μαΐου 1919.
Ουδέν ψευδέστερον! Η επέκτασις της Ελληνικής Ζώνης Κατοχής Σμύρνης ή, ακριβέστερα, οι διαδοχικές επεκτάσεις αυτής, είχαν αρχίσει πολύ προ της Νοεμβριανής πολιτικής μεταβολής του 1920. Ακριβέστερα, ήδη από της επομένης ημέρας, σχεδόν, της αφίξεως Στρατού εις Σμύρνην – όπως ακριβώς το είχε προβλέψει ο Ιωάννης Μεταξάς πέντε περίπου χρόνια ενωρίτερα – προκειμένου να αντιμετωπίσει ο Στρατός τις διαρκείς αιφνίδιες επιδρομές και οχλήσεις των Τούρκων Τσετών συμμοριτών. Μάλιστα δε αυτές οι διαδοχικές επεκτάσεις της Ελληνικής Ζώνης Κατοχής προεκάλεσαν επανειλημμένως την διαμαρτυρία και τα διπλωματικά διαβήματα των Γάλλων ήδη από το 1919! Και φυσικά, των Ιταλών!
Κατά την διάρκειαν του έτους 1920, επί Κυβερνήσεως Βενιζέλου πάντοτε, η Ελληνική Ζώνη Κατοχής είχε διερυνθεί εντυπωσιακώς. Ο Ελληνικός Στρατός εκάλυπτε τώρα ένα πολύ εκτεταμένον μέτωπον, που περιελάμβανε την Προύσαν, την σιδηροδρομικήν γραμμήν της Πανόρμου, το Αλά-Σεχίρ και το Ουσάκ, κρίσιμον σιδηροδρομικόν κόμβον στο χείλος του οροπεδίου της Ανατολίας, ως γνωστόν.
Μετά δε το πέρας των επιχειρήσεων του Ιουλίου 1920, ο Βενιζέλος εδήλωσε στον (Βρεττανόν Στρατάρχην) Σερ Χένρυ Ουΐλσων ότι «οι Έλληνες θα κατελάμβαναν, εάν εχρειάζετο, την Προύσαν, το Εσκή-Σεχίρ, το Αφιόν-Καραχισάρ…» Κατά τον Βρεττανό διπλωμάτην και ιστορικόν Σερ Μάϊκλ Λιουέλλυν-Σμιθ, «ο Βενιζέλος απέβλεπε εις μίαν ακόμη προέλασιν, μέχρι της γραμμής Εσκή-Σεχίρ – Αφιόν Καραχισάρ, εάν οι Τούρκοι ηρνούντο να θέσουν εις εφαρμογήν την συνθήκην [των Σεβρών]…» (πρβλ. Sir Michael Llewellyn Smith, Ionian Vision. Υπάρχει και ελληνική μετάφρασις: Το όραμα της Ιωνίας. Η Ελλάδα στην Μικρά Ασία 1919-1922). Ακόμη εντυπωσιακώτερη είναι, όμως, η μαρτυρία του Βρεττανού Στρατάρχου Ουΐλσων, καθ’ην ο Βενιζέλος του εδήλωσε ότι, εφ’ όσον η τουρκική αντίστασις δεν εκάμπτετο, αυτός εσκέπτετο να προελάσει και πέραν της γραμμής Εσκή-Σεχίρ – Αφιόν Καραχισάρ, μέχρις Αγκύρας!
Ό,τι ακριβώς δηλαδή του είχε πει (του Βενιζέλου) κατά πρόσωπον, εκτενώς και με στιβαράν ανάλυσιν και τεκμηρίωσιν, ο Μεταξάς ήδη από των αρχών του 1915.
Παρεμπιπτόντως, ακόμη και ο Ομότιμος Καθηγητής κ. Θάνος Βερέμης είχε την ακαδημαϊκήν εντιμότητα να ομολογήσει δημοσίως, προ ετών, ότι η Σμύρνη δεν θα μπορούσε να κρατηθεί, ακόμη και αν δεν έχανε τις εκλογές του 1920 ο Βενιζέλος και παρέμενε στην εξουσία. Η συγκλονιστική αυτή ομολογία εγένετο εις το πλαίσιον μιας εκ των γνωστών «εκπομπών Ιστορίας» του ραδιοσταθμού «ΣΚΑΪ» και εικάζω βασίμως ότι κατέπληξε τόσον τους λοιπούς παρισταμένους καθεστωτικούς «ιστορικούς» όσον και τους ακροατές (μεταξύ των οποίων και εγώ, εγκλωβισμένος την ώραν εκείνην εντός αστικού λεωφορείου επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας!).
Αλήθεια, πώς επήγαμε στην Σμύρνην;
Μετά το πέρας του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Νοέμβριος 1918) και ενόσω διαρκούσαν, εν Παρισίοις, κατά το 1919, οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις μεταξύ των Νικητριών Δυνάμεων για την (τότε) μεταπολεμική τάξιν πραγμάτων, ο Βρεττανός Πρωθυπουργός Σερ Νταίηβιντ Λλόϋδ Τζωρτζ, τεχνηέντως και εσκεμμένως εκμεταλλευόμενος την πρόσκαιρον απουσίαν του Ιταλού ομολόγου του εκ της Συνδιασκέψεως της Ειρήνης, ένα απόγευμα της 6ης Μαΐου 1919, πρότεινε στον (επίσης εν Παρισίοις παρεπιδημούντα) Πρωθυπουργόν της Ελλάδος Ελ. Βενιζέλον την αποστολήν Ελληνικού Στρατού στην Σμύρνην προς άσκησιν καθηκόντων κατοχής της περιοχής και προστασίας του εκεί διαβιούντος χριστιανικού στοιχείου.
Προκειμένου να «δοθεί ένα μάθημα στην Ιταλία», οι εκπρόσωποι της Γαλλίας (Ζωρζ Κλεμανσώ) και των ΗΠΑ (Γούντρου Ουΐλσων), μολονότι αμφότερες οι εν λόγω Δυνάμεις ετάσσοντο υπέρ της ενότητος και εδαφικής ακεραιότητος του Τουρκικού Κράτους, συνήνεσαν τελικώς εις την αγγλικήν πρότασιν, αφ’ ης στιγμής, μάλιστα, έλαβαν ρητές διαβεβαιώσεις περί του αυστηρώς περιορισμένου εύρους και του, ομοίως, αυστηρώς προσωρινού χαρακτήρος της προς την Ελλάδα δοθησομένης Εντολής.
Ο Βενιζέλος έσπευσε, αυτός μόνος, αυθωρεί και παραχρήμα, να δηλώσει πρόθυμος και έτοιμος να αποστείλει Ελληνικόν Στρατόν, χωρίς προηγουμένως να συμβουλευθεί ούτε ένα στρατιωτικόν ιθύνοντα ή εμπειρογνώμονα ή άλλον σύμβουλον, έστω της απολύτου εμπιστοσύνης του, αλλά και χωρίς να ζητήσει διευκρινίσεις ως προς την φύσιν, το εύρος και την διάρκειαν της αποστολής – ή, πολλώ μάλλον, να εξασφαλίσει συμμαχικήν υποστήριξιν εν περιπτώσει επιπλοκών.
Σημειωτέον δε ότι η Σμύρνη ουδέποτε περιήλθεν υπό Ελληνικήν Κυριαρχίαν. Η Ελλάς έλαβε τον Μάϊον του 1919 την εντολήν προσωρινής, μόνον, κατοχής. Ήδη δε από το 1919 – ολίγους μόλις μήνες μετά την αποβίβασιν του Ελληνικού Στρατού στην Σμύρνη – ο Κλεμανσώ ήγειρε ζήτημα στο Ανώτατον Διασυμμαχικόν Συμβούλιον επιμένων να υπενθυμίζει τον προσωρινόν χαρακτήρα της εντολής, που είχε δοθεί στην Ελλάδα σχετικώς με την περιοχή Σμύρνης. Ο δε διάδοχός του εις τα ηνία της Γαλλίας Μιλλεράν ζωηρώς συνιστούσε στον Βενιζέλον εκκένωσιν της Μικράς Ασίας υπό του Ελληνικού Στρατού ήδη από των αρχών του 1920.
Και η περιλάλητος Συνθήκη των Σεβρών; Αυτή περιείχε πρόνοιαν διενεργείας δημοψηφίσματος περί του μελλοντικού καθεστώτος της περιοχής της Σμύρνης μετά πάροδον πενταετίας, παρέμεινε, εν τούτοις, γράμμα κενόν, μηδέποτε αποκτήσασα νομικήν και πραγματικήν αξίαν, καθ’ όσον υπό ουδενός ξένου («συμμαχικού») Κοινοβουλίου εκυρώθη.
Η τόσον μυθοποιηθείσα υπό της νεοελληνικής συστημικής ιστοριογραφίας Συνθήκη των Σεβρών ήτο ένα δώρον άδωρον των κατ’ όνομα «Συμμάχων» προς την Ελλάδα. Μία εκάστη των Δυνάμεων, άλλως τε, ελάμβανε ταυτοχρόνως μέριμνα, ώστε να έλθει εις απ’ευθείας συνεννόησιν με τον Κεμάλ και να εξασφαλίσει τα ίδια αυτής συμφέροντα. Το τραγικώτερον δε διά την Ελλάδα: Δεν αποτελούσε συνθήκην ειρήνης αλλά συνθήκην πολέμου, ως παρετήρησε και ο Τσώρτσιλλ, όσον αφορά τα συμφέροντα της Ελλάδος, καθώς, όπως ορθώς εγράφη τω καιρώ εκείνω στην εφημερίδα «Χρόνος» (Le temps) των Παρισίων, οι Νικήτριες Δυνάμεις του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι «Μεγάλοι Σύμμαχοι» της Ελλάδος, της είπαν, ουσιαστικά: «Ελλάς, ιδού τα δώρα σου! Εκστράτευσε διά να τα λάβεις!»
Το εάν και κατά πόσον αυτό το γεγονός επηρέασε την απόφασιν του Βενιζέλου (ενός πολιτικού ανδρός που εβάσισε την άνοδον, επιβολήν, επάνοδον και εν γένει παρουσία του στον πολιτικόν βίον της χώρας εις …πέντε στρατιωτικά κινήματα – πραξικοπήματα ή επαναστάσεις, επιλέξατε την ορολογίαν της αρεσκείας σας – και ο οποίος εκυβέρνησε την Ελλάδα επί τριάμισυ και πλέον έτη δεσποτικώς, βασιζόμενος στις λόγχες των ξένων Στρατευμάτων Κατοχής και των ιδικών του ενστόλων πραιτωριανών και καταδιώκων λυσσωδώς κάθε πολιτικόν αντίπαλον, πραγματικόν ή φερόμενον, από πολιτικούς ηγέτες, στρατιωτικούς, διανοουμένους, δικαστικούς και δημοσιογράφους μέχρι τον τελευταίον κλητήρα ή χωρικόν!) να προκηρύξει, αίφνης, …εκλογάς καθ’ ον χρόνον η χώρα τελούσε εν πολέμω, τούτο ας αφεθεί εις την κρίσιν καθενός.
***************
Ασύγγνωστον έλλειμμα γεωπολιτικής και στρατηγικής παιδείας και ελλιπής στρατιωτική σχεδίασις του Βενιζέλου
Ποία ήτο η γνώμη των κορυφαίων στρατιωτικών ιθυνόντων και επαΐόντων της εποχής – Ελλήνων και ξένων («Συμμάχων» – περί της αποστολής Ελληνικού Στρατού εις Μικράν Ασίαν;
Μήπως, όμως, όλα αυτά, οσονδήποτε ορθά (έως δραματικώς προφητικά) ήσαν μία φωνή (του Μεταξά) βοώντος εν τη ερήμω; Ουδόλως!
Ο Αρχιστράτηγος της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας Στρατάρχης Σερ Χένρυ Ουΐλσων και ο Υπουργός Πολέμου της Μ. Βρεττανίας Σερ Ουΐνστων Τσώρτσιλλ εδήλωσαν ευθέως στον Βενιζέλον ότι η εκστρατεία θα απετύγχανε και ο ίδιος θα ωδήγει την χώραν του στην καταστροφήν. Αυτά ελέχθησαν στις 19 Μαΐου 1920, κατά την κρίσιμη συνάντησιν που έλαβε χώραν εν Λονδίνω. Του επέδωσαν δε και το από 30ης Μαρτίου 1920 ad hoc συνταχθέν Υπόμνημα του Γάλλου Στρατάρχου Φερδινάνδου Φος, όστις απεφάνθη ότι για να επιβληθεί στους Τούρκους η συνθήκη ειρήνης απητείτο δύναμις 27 μεραρχιών, μία δύναμις την οποίαν η Ελλάς ανθρωπίνως (δημογραφικώς) αδυνατούσε να συγκροτήσει, καθώς δεν ηδύνατο να παρατάξει άνω των 12 Μεραρχιών πλήρους συνθέσεως (πέραν του ασύλληπτου οικονομικού κόστους).
Στην ιδίαν εκείνην δραματικήν σύσκεψιν ήτο που του είπαν κατά πρόσωπον και χωρίς περικοκλάδες ότι η Αγγλία δεν θα τον υπεστήριζε ενεργώς!
Ότι δεν είχαν να του διαθέσουν ούτε ένα τυφεκιοφόρον αλλ’ ούτε χρήματα! Και τότε, ο Βενιζέλος εδήλωσε το ανεπανάληπτον ότι ο Ελληνικός Στρατός μόνος ήτο εις θέσιν να καταβάλει την τουρκικήν αντίστασιν.
Ο Στρατάρχης Σερ Χένρυ Ουΐλσων γράφει στο Ημερολόγιόν του (Field Marshal Sir Henry Wilson, His Life and Diaries):
«Του είπαμε σαφώς ότι ούτε εις άνδρες ούτε εις χρήμα θα εβοηθούσαμε τους Έλληνες, αφ’ ης στιγμής είχαμε ήδη αναλάβει (διεθνώς) περισσότερες (υποχρεώσεις) απ’ όσες ημπορούσε να εκτελέσει ο μικρός μας Στρατός.
Του είπα ότι θα κατέστρεφε την μικράν του χώραν… Ότι θα επήρχετο πόλεμος μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, που θα κρατούσε, ίσως, δέκα έως δεκαπέντε έτη και θα σακάτευε την Ελλάδα… Ο Βενιζέλος άκουγε ατάραχος τις προειδοποιήσεις…»
Περιέργως, καίτοι ήτο πλήρως ενήμερος για τις διαθέσεις των «Συμμάχων», ο Βενιζέλος δεν μετέβαλε πολιτικήν, ούτε ενημέρωσε τον Ελληνικόν Λαόν, εν Ελλάδι και εν Μικρά Ασία. Επαφίεται εις την κρίσιν του αναγνώστου η απάντησις εις το ερώτημα εάν επέλεξε, τελικώς, να αποδράσει διά των εκλογών…
Τα βαρύτατα σφάλματα του Βενιζέλου
Η εξέλιξις αυτή προκάλεσε – χωρίς υπερβολή – πανικόν στις δυτικές μητροπόλεις, με συνέπεια να αποδυθούν οι Μεγάλες (Δυτικές) Δυνάμεις εις ένα φρενήρη ανταγωνισμόν ως προς το ποία θα προελάμβανε να προσεταιρισθεί την νέαν, κεμαλικήν Τουρκίαν, προτού αυτή προσδεθεί, για τα καλά, εις το άρμα της νέας, Σοβιετικής, Ρωσσίας.
Βεβαίως, θα ήτο εύλογος ο ισχυρισμός ότι ο Βενιζέλος δεν θα μπορούσε να προβλέψει, εν έτει 1914, την δραματικήν πολιτικήν και πολιτειακήν ανατροπήν του 1917 εν Ρωσσία, την κατάλυσιν της Αγίας Ρωσσικής Μοναρχίας υπό της γνωστής σπείρας απάτριδων επαγγελματιών επαναστατών (μη ρωσσικής καταγωγής) παχυλώς χρηματοδοτουμένων υπό κραταιών τραπεζικών οίκων της Γερμανίας και των ΗΠΑ και παντοιοτρόπως υποστηριζομένων υπό των Γερμανικών Μυστικών Υπηρεσιών (και όχι μόνον) – καθώς και τα ολέθρια επακόλουθα της ανατροπής της Ρωσσίας των Ρωμανώφ για τον Ελληνισμό της Ανατολής.
Ακόμη και αν ούτως είχαν τα πράγματα, εις πάσαν περίπτωσιν δεν εβοήθησε την ελληνικήν πλευράν, για να το διατυπώσομε επιεικώς, η μοιραία απόφασις του Βενιζέλου (πάντοτε ευπειθούς εις τις υποδείξεις των «Μεγάλων», όπως ο ίδιος τους ονόμαζε) να αποστείλει ένα ολόκληρον Σώμα Στρατού, πλήρους συνθέσεως (24.000 άνδρες), στην Μεσημβρινήν Ρωσσίαν (την σήμερα ανακριβώς καλουμένην «Ουκρανίαν»), για να πολεμήσει στον Ρωσσικόν Εμφύλιον Πόλεμον, υπό τας διαταγάς Γάλλου Αρχιστρατήγου, εναντίον των Μπολσεβίκων.
Όπως και να έχει, εν μέσω ενός τέτοιου και τόσον ραγδαίως μεταβαλλομένου συσχετισμού ισχύος στον κρίσιμον Χώρον της Ανατολικής Μεσογείου, οι δήθεν «Προστάτιδες Δυνάμεις», οι τάχα «Μεγάλοι Σύμμαχοι», «άδειασαν» ανενδοιάστως την (πάντοτε πειθήνιον και δεδομένην!) Ελλάδα. Ή, χυδαϊστί: την πέταξαν ωσάν στυμμένη λεμονόκουπα!
Τα γεγονότα σχολίασε, με το μέχρι κυνισμού φλέγμα του, ο τότε Υπουργός Πολέμου της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας (πρωτύτερα Υπουργός Ναυτικών και ολίγες δεκαετίες μετέπειτα Πρωθυπουργός) Σερ Ουΐνστων Τσώρτσιλλ:
“Wars, when fought by great nations by proxy, are often very dangerous for the proxy.”
*Διδάκτωρ Ιστορίας Λουδοβικείου-Μαξιμιλιανείου Πανεπιστημίου Μονάχου.