Υποστηριξε το militaire

Νάρκες «Αργοναύτης»! Το μυστικό όπλο του Ναυτικού στον πόλεμο του 40 και το υποβρύχιο U-133

Militaire News

Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Υπάρχουν αξιωματικοί που αν και δεν έδρασαν στα πολεμικά μέτωπα, άφησαν το ηρωικό τους αποτύπωμα εργαζόμενοι αθόρυβα σε άλλες ιδιαίτερα σοβαρές επιχειρήσεις και συνέβαλαν αποφασιστικά, στην νίκη των ελληνικών όπλων!

ΑΝΘΥΠΟΠΛΟΙΑΡΧΟΣ ΚΑΡΟΛΟΣ ΜΩΡΑΙΤΗΣ

Το 1932 ο Ανθυποπλοίαρχος ναρκοτεχνίτης Κάρολος Μωραΐτης, ένας εξαιρετικά προικισμένος αξιωματικός εξ υπαξιωματικών, μετά από συστηματική μελέτη των διαφόρων τύπων ευρωπαϊκών ναρκών, κατόρθωσε να σχεδιάσει ένα βελτιωμένο τύπο θαλάσσιας νάρκης αγκυροβολίας.

Η νάρκη Μωραΐτη, όπως καθιερώθηκε να λέγεται από το όνομα του σχεδιαστή της, είχε πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις γνωστές τότε ευρωπαϊκές νάρκες, που διαχειριζόταν η Διεύθυνση Τορπιλών και Ναρκών.

Είχε μεγαλύτερη αντοχή στο σκληρό θαλάσσιο περιβάλλον που ποντιζόταν, διέθετε αυτόματο σύστημα αγκυροβολίας που επέτρεπε την ελεγχόμενη πόντιση σε οποιοδήποτε βάθος και είχε μεγαλύτερη γόμωση που μπορούσε να αφαιρεθεί από τις γομοδόκες και να αποθηκευτεί ξεχωριστά. 

Χάρη στο αυτόματο σύστημα αγκυροβολίας μπορούσε να μειωθεί ο απαιτούμενος χρόνος αγκυροβολίας μέχρι και 15 λ.

Μετά την κατασκευή της πρότυπης νάρκης και τις επιτυχείς δοκιμές της, το θέμα παρέμεινε στάσιμο πιθανόν για οικονομικούς λόγους, μέχρι το 1933 που ο Πλοίαρχος Καββαδίας επανατοποθετήθηκε στη Διεύθυνση. 

Ο Καββαδίας ανακίνησε το θέμα, επανέλαβε τις δοκιμές, οι οποίες αποδείχθηκαν και πάλι επιτυχείς και η νάρκη έγινε αποδεκτή.

Ο Μωραΐτης παρά τις δελεαστικές προτάσεις που του έγιναν για να πωλήσει την εφεύρεσή του στο εξωτερικό με σημαντικά χρηματικά ανταλλάγματα προτίμησε να τη θέσει στη διάθεση της χώρας έναντι ενός, συμβολικού περισσότερο, χρηματικού δώρου.

Η παραγωγή των ναρκών ανατέθηκε στο «Μηχανοποιείον–Ναυπηγείον» του Στυλιανού Κοντογιάννη στον Πειραιά. 

Στα εγκαίνια της γραμμής παραγωγής που έγιναν το 1936, παρέστησαν οι αξιωματούχοι της Πολιτειακής και της Πολιτικής ηγεσίας της εποχής και φυσικά η ηγεσία του Π.Ν.

 Μέχρι τον Νοέμβριο του 1936 είχαν ήδη παραχθεί 60 νάρκες, οπότε στην αρχική σχεδίαση ενσωματώθηκαν κάποιες ελαφρές βελτιωτικές τροποποιήσεις και μετέτρεψαν το όνομα της νάρκης σε ΑΡΓΟΝΑΥΤΗΣ.

 Επρόκειτο κυρίως για αύξηση της εκρηκτικής ύλης. 

Κατασκευάστηκαν 200 νάρκες οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν στο ναρκοπέδιο Φλεβών Αιγίνης κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

 Οι νάρκες ποντίσθηκαν στην αρχή της γραμμής όπως ξεκινούσε από τον Τούρλο της Αίγινας.

 Σε ελληνική νάρκη αυτού του τύπου προσέκρουσε το γερμανικό υποβρύχιο U 133 τον Μάρτιο του 1942 και το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται στο βυθό κοντά στο ακρωτήριο Τούρλος κατεστραμμένο. 

 

H ΠΟΝΤΙΣΗ ΣΤΟΝ ΣΑΡΩΝΙΚΟ

Όπως  αναφέρεται στον Α΄ τόμο του Ημερολογίου Πολέμου του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού, αμέσως μετά τον τορπιλισμό του εύδρομου ΕΛΛΗ στην Τήνο, την 15.8.1940, και την επικείμενη απειλή της ιταλικής επίθεσης, που το γεγονός αυτό δήλωνε, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού κοινοποίησε στις 23 Αυγούστου 1940, με την απόρρητη διαταγή Κ/27/4332, σχέδιο πόντισης ναρκοπεδίων στις θαλάσσιες περιοχές Τούρλου-Φλεβών, Μεθάνων-Μονής, και βόρειο και νότιο Ευβοϊκό. 

Κύριος σκοπός των ναρκοπεδίων αυτών ήταν η προστασία της θαλάσσιας περιοχής που βρισκόταν στα δυτικά του Σαρωνικού κόλπου – στην οποία βρίσκονταν σημεία μεγάλης στρατηγικής σημασίας όπως το λιμάνι του Πειραιά, ο ναύσταθμος της Σαλαμίνας, η είσοδος της διώρυγας της Κορίνθου κ.λπ. – καθώς και η προστασία των θαλασσίων διαύλων ανάμεσα στην Εύβοια και τις ακτές της Στερεάς Ελλάδας. 

Αφήνοντας ανοιχτές και με παράκτιο πυροβολικό προφυλαγμένες τις διόδους ανάμεσα στις Φλέβες και την Αττική, καθώς και την μικρή δίοδο ανάμεσα στην χερσόνησο των Μεθάνων και την νήσο Μονή, παρεχόταν η δυνατότητα μετατροπής της θαλάσσιας περιοχής, στα δυτικά του Σαρωνικού, σε μια κλειστή θάλασσα στην οποία θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να εισχωρήσουν τα ιταλικά υποβρύχια και πλοία τα οποία χρησιμοποιούσαν σαν επιχειρησιακή βάση τους τα τότε ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα.

Την νύχτα της 29ης προς την 30η Οκτωβρίου 1940, αμέσως μετά την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, ξεκίνησε η επιχείρηση πόντισης των ναρκοπεδίων Τούρλου-Φλεβών και Μεθάνων-Μονής, υπό την εποπτεία του ανώτερου διοικητή των αντιτορπιλικών πλοίαρχο Γρηγόριο Μεζεβίρη.

 Για την πόντιση του ναρκοπεδίου Μεθάνων-Μονής, εκτάσεως 5.700 μέτρων, χρησιμοποιήθηκαν σαν ναρκοβόλα τα βοηθητικά πλοία ΑΛΙΑΚΜΩΝ και ΣΤΡΥΜΩΝ, επικουρούμενα από το αντιτορπιλικό ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ.

 Στο ναρκοπέδιο αυτό τοποθετήθηκαν 115 νάρκες τύπου Vickers.

 Για την πόντιση του ναρκοπεδίου Τούρλου-Φλεβών, εκτάσεως 15.800 μέτρων, χρησιμοποιήθηκαν σαν ναρκοβόλα το βοηθητικό πλοίο φάρων ΩΡΙΩΝ και τα αντιτορπιλικά ΠΑΝΘΗΡ, ΑΕΤΟΣ, ΙΕΡΑΞ και ΥΔΡΑ, επικουρούμενα από τα αντιτορπιλικά ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, ΛΕΩΝ και ΣΠΕΤΣΕΣ.

 Το προγραμματισμένο σχέδιο, σύμφωνα με τις διαταγές, ήταν να ποντιστούν 325 νάρκες εκ των οποίων οι 155 ήταν τύπου Vickers και οι 170 τύπου «Μ». 

Το γράμμα «Μ» ήταν ο κωδικός για τις ελληνικές νάρκες Μωραΐτη.

 Το ναρκοπέδιο θα ξεκινούσε έχοντας σαν δυτικό όριο έναν σημαντήρα, ποντισμένο σε απόσταση 550 μέτρων από το ακρωτήριο Τούρλος, και θα κατέληγε, ακολουθώντας ευθεία γραμμή, σε απόσταση 200 μέτρων, σαν ανατολικό όριο, από την νήσο Φλέβες.

Τα προαναφερόμενα ναρκοπέδια παρέμειναν ως είχαν καθ΄ όλη την διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου. Μετά την γερμανική επίθεση στην Ελλάδα, τις μάχες των οχυρών, την κατάρρευση του μετώπου, και την κατάληψη της Αθήνας, τον Απρίλιο του 1941, από τον γερμανικό στρατό κατοχής, τα προϋπάρχοντα ελληνικά ναρκοπέδια ενσωματώθηκαν στα αμυντικά σχέδια των δυνάμεων του Άξονα.

 Έτσι τα ναρκοπέδια Τούρλου-Φλεβών και Μεθάνων-Μονής, ενσωματώθηκαν στο αμυντικό σχέδιο προστασίας της Αττικής και αναφέρονται στους γερμανικούς στρατιωτικούς χάρτες και τα πολεμικά ημερολόγια του ναυτικού, με τον όρο «εχθρικά ναρκοπέδια» ή «παλιά ναρκοπέδια».

Η ΒΥΘΙΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΒΡΥΧΙΟΥ U-133

Ακόμα και σήμερα, όταν έχει μπουνάτσα και η θάλασσα είναι αρυτίδωτη, η επιφάνειά της βόρεια της Αίγινας ιριδίζει, δείγμα του ότι υπάρχει πετρέλαιο.

Ιανουάριος του 1942.

 Το γερμανικό υποβρύχιο U 133 έχει υποστεί σοβαρές ζημιές μετά από συμμετοχή σε ναυμαχία στο Er Salam , κατά την οποία βύθισε το αγγλικό αντιτορπιλικό «HMS GURKHA».

 Οι εκτεταμένες βλάβες καθιστούν αναγκαία την άμεση μεταφορά του στον γερμανοκρατούμενο τότε Ναύσταθμο της Σαλαμίνας όπου και

καταφθάνει με συνοδεία στις 22/1/1942.

Τον Μάρτιο του 1942 οι επισκευές έχουν ολοκληρωθεί και το υποβρύχιο είναι έτοιμο για αναχώρηση.

14 Μαρτίου 1942, ώρα 17:00μ.μ. Το U 133 ξεκινά από το ναύσταθμο της Σαλαμίνας με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Eberhard Mohr. 

Στο υποβρύχιο επιβαίνουν και δύο αξιωματικοί του Africa Corps ενώ η αποστολή και ο προορισμός του θεωρούνται απόρρητα. 

Ώρα 19:02 μ.μ.

Το υποβρύχιο πλέει στην επιφάνεια της θάλασσας, ανοιχτά της Αίγινας, όταν ξαφνικά ακούγεται μία τρομακτική έκρηξη.

Ο Κurt Sommer, αρχιμηχανικός άλλου γερμανικού υποβρυχίου ήταν ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας : 

« Στις 14 Μαρτίου αποχαιρετήσαμε το U 133 .

Είχε κατεύθυνση νοτιοανατολική όταν έφθασε στο ανθυποβρυχιακό πλέγμα.

Το πλέγμα άνοιξε και το υποβρύχιο πέρασε χωρίς πρόβλημα.

Αμέσως μετά ακούσαμε έναν εκκωφαντικό θόρυβο και  είδαμε μία  μεγάλη στήλη καπνού να ανεβαίνει προς τον ουρανό. 

Όταν η ατμόσφαιρα καθάρισε από τους καπνούς είδαμε 

την επιφάνεια της θάλασσας λεία και κανένα ίχνος του U 133 … 

Υποθέσαμε ότι είχε πέσει σε νάρκη ή ότι είχε χτυπηθεί από αγγλική τορπίλη.

 Μείναμε αποσβολωμένοι … πολλοί από εμάς κοιτούσαν δακρυσμένοι …

τόσο κοντά στη βάση μας δεν είχαμε δει ποτέ ανάλογο δυστύχημα …»

Το U 133 έχει πέσει σε νάρκη.

 Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα βυθίζεται αύτανδρο και τα 45 μέλη

του πληρώματός του βρίσκουν τραγικό θάνατο.

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΝΑΥΑΓΙΟΥ

Το 1986 μια τράτα που καλάριζε στα βορειοανατολικά της Αίγινας, έξω από το ακρωτήριο Τούρλος, πιάστηκε με το δίχτυ της σε ένα άγνωστο αντικείμενο στον βυθό. 

Στην προσπάθειά της να απελευθερωθεί, διαπίστωσε ότι άρχισε να δημιουργείται στην επιφάνεια μια κηλίδα πετρελαίου. 

Μη γνωρίζοντας από που προερχόταν η κηλίδα και φοβούμενος ο κυβερνήτης της τράτας το υψηλό κόστος του προστίμου θαλάσσιας ρύπανσης, αποφάσισε να κόψει τα συρματόσχοινα αφήνοντας στον βυθό το δίχτυ και τις «πόρτες», τον μεταλλικό οδηγό που σπρώχνει τα ψάρια προς το εσωτερικό του διχτυού.

Το ίδιο χρονικό διάστημα, την ίδια ή την επόμενη ημέρα, ένα σκάφος σφουγγαράδων, ερχόμενο από την βραχονησίδα Πετροκάραβο, στα νότια της Αίγινας, πέρασε από την προαναφερόμενη περιοχή.

 Οι επιβαίνοντες επαγγελματίες δύτες Στάθης Μπαραμάτης και Θεόφιλος Κλήμης, διέκριναν την κηλίδα και την πλησίασαν.

 Ο Θεόφιλος Κλήμης, έχοντας εμπειρία πολλών χρόνων, απεφάνθη ότι η πετρελαιοκηλίδα προερχόταν από ναυάγιο στον βυθό και αποφάσισε να σημαδέψει το σημείο με μια τσαμαδούρα, έχοντας σκοπό να επιστρέψουν την επομένη για να το καταδυθούν. 

Την επόμενη ημέρα ο Στάθης Μπαραμάτης καταδύθηκε στο σημείο που είχαν σημαδέψει, διαπιστώνοντας πάραυτα ότι πράγματι υπήρχε ναυάγιο και μάλιστα ότι επρόκειτο για ένα ναυάγιο υποβρυχίου. 

Από τον αγκυλωτό σταυρό και το σύμβολο του πολεμικού αετού που βρήκε στην πυξίδα του υποβρυχίου, διαπίστωσε ότι επρόκειτο για γερμανικό υποβρύχιο. Το υποβρύχιο, που έμελλε στην συνέχεια να ταυτοποιηθεί επακριβώς από τον επαγγελματία δύτη Κώστα Θωκταρίδη, σαν το γερμανικό υποβρύχιο U-133, είχε ανακαλυφθεί.

Πληροφορίες

Γιάννης Παλούμπης αντιναύαρχος

Grafas diving φωτογραφίες- βίντεο

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο Facebook Twitter LinkedIn Email Pinterest
booksandtoys

Δείτε επίσης